(c) OrthodoxAnswers.gr
Παρασκευή , 30 Ιούνιος 2017
Ειδοποιήσεις
Αρχική » ΙΩΑΝ κεφ. ΙΣΤ’

ΙΩΑΝ κεφ. ΙΣΤ’

theologos

 ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ

κεφ ΙΕ’ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΣΤ’ κεφ ΙΖ’


Α’  Β’  Γ’  Δ’  Ε’  ΣΤ’ Ζ’  Η’  Θ’  Ι’  ΙΑ’  ΙΒ’  ΙΓ’  ΙΔ’ ΙΕ’  ΙΣΤ’  ΙΖ’  ΙΗ’ ΙΘ’  Κ’  ΚΑ’

  • Πρωτότυπο Κείμενο
  • Ερμηνευτική Απόδοση

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΣΤ’

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 16
Ἀποχαιρετιστήριοι λόγοι

1 Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα μὴ σκανδαλισθῆτε.
2 Ἀποσυναγώγους ποιήσουσιν ὑμᾶς· ἀλλ’ ἔρχεται ὥρα ἵνα πᾶς ὁ ἀποκτείνας ὑμᾶς δόξῃ λατρείαν προσφέρειν τῷ Θεῷ.
3 Καὶ ταῦτα ποιήσουσιν, ὅτι οὐκ ἔγνωσαν τὸν πατέρα οὐδὲ ἐμέ.
4 Ἀλλὰ ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ὅταν ἔλθῃ ἡ ὥρα, μνημονεύητε αὐτῶν ὅτι ἐγὼ εἶπον ὑμῖν. Ταῦτα δὲ ὑμῖν ἐξ ἀρχῆς οὐκ εἶπον, ὅτι μεθ’ ὑμῶν ἤμην.
5 Νῦν δὲ ὑπάγω πρὸς τὸν πέμψαντά με, καὶ οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἐρωτᾷ με ποῦ ὑπάγεις!
6 Ἀλλ’ ὅτι ταῦτα λελάληκα ὑμῖν, ἡ λύπη πεπλήρωκεν ὑμῶν τὴν καρδίαν.
7 Ἀλλ’ ἐγὼ τὴν ἀλήθειαν λέγω ὑμῖν· συμφέρει ὑμῖν ἵνα ἐγὼ ἀπέλθω. Ἐὰν γὰρ ἐγὼ μὴ ἀπέλθω, ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς· ἐὰν δὲ πορευθῶ, πέμψω αὐτὸν πρὸς ὑμᾶς·
8 καὶ ἐλθὼν ἐκεῖνος ἐλέγξει τὸν κόσμον περὶ ἁμαρτίας καὶ περὶ δικαιοσύνης καὶ περὶ κρίσεως.
9 Περὶ ἁμαρτίας μέν, ὅτι οὐ πιστεύουσιν εἰς ἐμέ·
10 περὶ δικαιοσύνης δέ, ὅτι πρὸς τὸν πατέρα μου ὑπάγω καὶ οὐκέτι θεωρεῖτέ με·
11 περὶ δὲ κρίσεως, ὅτι ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου κέκριται.
12 Ἔτι πολλὰ ἔχω λέγειν ὑμῖν, ἀλλ’ οὐ δύνασθε βαστάζειν ἄρτι.
13 Ὅταν δὲ ἔλθῃ ἐκεῖνος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν· οὐ γὰρ λαλήσει ἀφ’ ἑαυτοῦ, ἀλλ’ ὅσα ἂν ἀκούσῃ λαλήσει, καὶ τὰ ἐρχόμενα ἀναγγελεῖ ὑμῖν.
14 Ἐκεῖνος ἐμὲ δοξάσει, ὅτι ἐκ τοῦ ἐμοῦ λήψεται καὶ ἀναγγελεῖ ὑμῖν.
15 Πάντα ὅσα ἔχει ὁ πατὴρ ἐμά ἐστι· διὰ τοῦτο εἶπον ὅτι ἐκ τοῦ ἐμοῦ λήψεται καὶ ἀναγγελεῖ ὑμῖν.
16 Μικρὸν καὶ οὐ θεωρεῖτέ με, καὶ πάλιν μικρὸν καὶ ὄψεσθέ με, ὅτι ἐγὼ ὑπάγω πρὸς τὸν πατέρα.
17 Εἶπον οὖν ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ πρὸς ἀλλήλους· τί ἐστι τοῦτο ὃ λέγει ἡμῖν, μικρὸν καὶ οὐ θεωρεῖτέ με, καὶ πάλιν μικρὸν καὶ ὄψεσθέ με, καὶ ὅτι ἐγὼ ὑπάγω πρὸς τὸν πατέρα;
18 Ἔλεγον οὖν· τοῦτο τί ἐστιν ὃ λέγει τὸ μικρόν; Οὐκ οἴδαμεν τί λαλεῖ.
19 Ἔγνω οὖν ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἤθελον αὐτὸν ἐρωτᾶν, καὶ εἶπεν αὐτοῖς· περὶ τούτου ζητεῖτε μετ’ ἀλλήλων ὅτι εἶπον, μικρὸν καὶ οὐ θεωρεῖτέ με, καὶ πάλιν μικρὸν καὶ ὄψεσθέ με;
20 Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι κλαύσετε καὶ θρηνήσετε ὑμεῖς, ὁ δὲ κόσμος χαρήσεται· ὑμεῖς δὲ λυπηθήσεσθε, ἀλλ’ ἡ λύπη ὑμῶν εἰς χαρὰν γενήσεται·
21 ἡ γυνὴ ὅταν τίκτῃ, λύπην ἔχει, ὅτι ἦλθεν ἡ ὥρα αὐτῆς· ὅταν δὲ γεννήσῃ τὸ παιδίον, οὐκέτι μνημονεύει τῆς θλίψεως διὰ τὴν χαρὰν ὅτι ἐγεννήθη ἄνθρωπος εἰς τὸν κόσμον.
22 Καὶ ὑμεῖς οὖν λύπην μὲν νῦν ἔχετε· πάλιν δὲ ὄψομαι ὑμᾶς καὶ χαρήσεται ὑμῶν ἡ καρδία, καὶ τὴν χαρὰν ὑμῶν οὐδεὶς αἴρει ἀφ’ ὑμῶν.
23 Καὶ ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ἐμὲ οὐκ ἐρωτήσετε οὐδέν· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὅσα ἂν αἰτήσητε τὸν πατέρα ἐν τῷ ὀνόματί μου, δώσει ὑμῖν.
24 Ἕως ἄρτι οὐκ ᾐτήσατε οὐδὲν ἐν τῷ ὀνόματί μου· αἰτεῖτε καὶ λήψεσθε, ἵνα ἡ χαρὰ ὑμῶν ᾖ πεπληρωμένη.
25 Ταῦτα ἐν παροιμίαις λελάληκα ὑμῖν· ἀλλ’ ἔρχεται ὥρα ὅτε οὐκέτι ἐν παροιμίαις λαλήσω ὑμῖν, ἀλλὰ παρρησίᾳ περὶ τοῦ πατρὸς ἀναγγελῶ ὑμῖν.
26 Ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ἐν τῷ ὀνόματί μου αἰτήσεσθε· καὶ οὐ λέγω ὑμῖν ὅτι ἐγὼ ἐρωτήσω τὸν πατέρα περὶ ὑμῶν·
27 αὐτὸς γὰρ ὁ πατὴρ φιλεῖ ὑμᾶς, ὅτι ὑμεῖς ἐμὲ πεφιλήκατε, καὶ πεπιστεύκατε ὅτι ἐγὼ παρὰ τοῦ Θεοῦ ἐξῆλθον.
28 Ἐξῆλθον παρὰ τοῦ πατρὸς καὶ ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον· πάλιν ἀφίημι τὸν κόσμον καὶ πορεύομαι πρὸς τὸν πατέρα.
29 Λέγουσιν αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ· ἴδε νῦν παρρησίᾳ λαλεῖς, καὶ παροιμίαν οὐδεμίαν λέγεις.
30 Νῦν οἴδαμεν ὅτι οἶδας πάντα καὶ οὐ χρείαν ἔχεις ἵνα τίς σε ἐρωτᾷ. Ἐν τούτῳ πιστεύομεν ὅτι ἀπὸ Θεοῦ ἐξῆλθες.
31 Ἀπεκρίθη αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· ἄρτι πιστεύετε·
32 Ἰδοὺ ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐλήλυθεν, ἵνα σκορπισθῆτε ἕκαστος εἰς τὰ ἴδια καὶ ἐμὲ μόνον ἀφῆτε· καὶ οὐκ εἰμὶ μόνος, ὅτι ὁ πατὴρ μετ’ ἐμοῦ ἐστι.
33 Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ἐν ἐμοὶ εἰρήνην ἔχητε. Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΣΤ’

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 16
Ἀποχαιρετιστήριοι λόγοι

1 «Αὐτὰ σᾶς τὰ εἶπα διὰ νὰ μὴ κλονισθῆτε. Θὰ σᾶς ἀποκλείσουν ἀπὸ τὰς συναγωγάς,
2 μάλιστα ἔρχεται ἡ ὥρα ποὺ ὅποιος σᾶς σκοτώσῃ, θὰ νομίσῃ ὅτι προσφέρει ὑπηρεσίαν εἰς τὸν Θεόν.
3 Καὶ αὐτὰ θὰ τὰ κάνουν, διότι δὲν ἐγνώρισαν τὸν Πατέρα οὔτε ἐμέ.
4 Αὐτὰ σᾶς τὰ εἶπα, , διὰ νὰ θυμηθῆτε, ὅταν ἔλθῃ ἡ ὥρα, ὅτι ἐγὼ σᾶς τὰ εἶπα. Δὲν σᾶς τὰ εἶπα ἀπὸ τὴν ἀρχήν, ἐπειδὴ ἤμουν μαζί σας.
5 Ἀλλὰ τώρα πηγαίνω σ’ ἐκεῖνον ποὺ μὲ ἔστειλε καὶ κανεὶς ἀπὸ σᾶς δὲν μ’ ἐρωτᾶ, «Ποῦ πηγαίνεις;».
6 Ἀλλ’ ἐπειδὴ αὐτὰ σᾶς τὰ εἶπα, ἡ λύπη ἐγέμισε τὴν καρδιά σας.
7 Ἐγὼ ὅμως σᾶς λέγω τὴν ἀλήθειαν, ὅτι εἶναι συμφέρον σας νὰ φύγω. Διότι ἐὰν δὲν φύγω, ὁ Παράκλητος δὲν θὰ ἔλθῃ σ’ ἐσᾶς· ἐνῷ ἐὰν φύγω. Θὰ σᾶς τὸν στείλω.
8 Καὶ ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, θὰ ἐλέγξῃ τὸν κόσμον ἀναφορικῶς πρὸς τὴν ἁμαρτίαν καὶ τὴν δικαιοσύνην καὶ τὴν κρίσιν.
9 Καὶ ὅσον ἀφορᾷ μὲν τὴν ἁμαρτίαν, διότι δὲν πιστεύουν σ’ ἐμέ,
10 ὅσον ἀφορᾷ δὲ τὴν δικαιοσύνην, διότι ἐγὼ πηγαίνω πρὸς τὸν Πατέρα μου καὶ δὲν θὰ μὲ βλέπετε πλέον,
11 ὅσον ἀφορᾷ δὲ τὴν κρίσιν, διότι ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἔχει καταδικασθῆ.
12 Ἔχω πολλὰ ἀκόμη νὰ σᾶς πῶ, ἀλλὰ δὲν μπορεῖτε νὰ τὰ βαστάξετε τώρα.
13 Ἀλλ’ ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, θὰ σᾶς ὁδηγήσῃ εἰς ὅλην τὴν ἀλήθειαν, διότι δὲν θὰ μιλήσῃ ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του, ἀλλὰ θὰ πῇ ὅσα ἀκούσῃ καὶ θὰ σᾶς ἀναγγείλῃ ἐκεῖνα ποὺ μέλλουν νὰ συμβοῦν.
14 Ἐκεῖνος ἐμὲ θὰ δοξάσῃ, διότι θὰ πάρῃ ἀπὸ ὅτι εἶναι δικό μου καὶ θὰ σᾶς τὸ ἀναγγείλῃ.
15 Ὅλα ὅσα ἔχει ὁ Πατέρας μου, εἶναι δικά μου. Γι’ αὐτὸ σᾶς εἶπα ὅτι θὰ πάρῃ ἀπὸ ὅ,τι εἶναι δικό μου καὶ θὰ σᾶς τὸ ἀναγγείλῃ.
16 Ὀλίγον χρόνον ἀκόμη καὶ δὲν θὰ μὲ βλέπετε πλέον καὶ πάλιν ὀλίγον χρόνον καὶ θὰ μὲ ἰδῆτε, διότι ἐγὼ πηγαίνω πρὸς τὸν Πατέρα».
17 Μερικοὶ ἀπὸ τοὺς μαθητάς του εἶπαν μεταξύ τους, «Τί σημαίνει τοῦτο ποὺ μᾶς λέγει, «Ὀλίγον χρόνον ἀκόμη καὶ δὲν θὰ μὲ βλέπετε καὶ πάλιν ὀλίγον χρόνον καὶ θὰ μὲ ἰδῆτε»; Καὶ «διότι ἐγὼ πηγαίνω πρὸς τὸν Πατέρα»;
18 Ἔλεγαν λοιπόν, «Τί σημαίνει τοῦτο ποὺ λέγει, «ὀλίγον χρόνον»; Δὲν καταλαβαίνομε τί λέγει».
19 Ἀντελήφθη ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἤθελαν νὰ τὸν ἐρωτήσουν καὶ τοὺς εἶπε, «Γι’ αὐτὸ ποὺ εἶπα συζητεῖτε μεταξύ σας; «Ὀλίγον χρόνον ἀκόμη καὶ δὲν θὰ μὲ βλέπετε καὶ πάλιν ὀλίγον χρόνον καὶ θὰ μὲ ἰδῆτε»;
20 Ἀλήθεια, ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι σεῖς θὰ κλάψετε καὶ θὰ θρηνήσετε, ἀλλ’ ὁ κόσμος θὰ χαρῇ. Σεῖς βέβαια θὰ λυπηθῆτε, ἀλλ’ ἡ λύπη σας θὰ μεταβληθῇ σὲ χαρά.
21 Ἡ γυναῖκα ὅταν γεννᾷ, ἔχει λύπην, διότι ἦλθε ἡ ὥρα της, ἀλλ’ ὅταν γεννήσῃ τὸ παιδί, δὲν θυμᾶται πλέον τὴν θλῖψιν ἀλλὰ χαίρει διότι γεννήθηκε ἄνθρωπος εἰς τὸν κόσμον.
22 Καὶ σεῖς λοιπὸν τώρα ἔχετε λύπην· ἀλλὰ πάλιν θὰ σᾶς δῶ καὶ θὰ χαρῇ ἡ καρδιά σας καὶ τὴν χαράν σας κανεὶς δὲν θὰ σᾶς τὴν ἀφαιρέσῃ.
23 Τὴν ἡμέραν ἐκείνην δὲν θὰ μὲ παρακαλέσετε γιὰ τίποτε. Ἀλήθεια, ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι ὅσα ζητήσετε ἀπὸ τὸν Πατέρα εἰς τὸ ὄνομά μου, θὰ σᾶς τὰ δώσῃ.
24 Ἕως τώρα δὲν ἐζητήσατε τίποτε εἰς τὸ ὄνομά μου· ζητᾶτε καὶ θὰ πάρετε, διὰ νὰ εἶναι ἡ χαρά σας τελεία.
25 Σᾶς ἔχω πῆ αὐτὰ παραβολικῶς. Ἀλλ’ ἔρχεται ἡ ὥρα, ποὺ δὲν θὰ σᾶς μιλήσω πλέον παραβολικῶς, ἀλλὰ θὰ σᾶς πῶ φανερὰ διὰ τὸν Πατέρα.
26 Τὴν ἡμέραν ἐκείνην θὰ ζητήσετε εἰς τὸ ὄνομά μου, καὶ δὲν σᾶς λέγω ὅτι ἐγὼ θὰ παρακαλέσω τὸν Πατέρα γιὰ σᾶς,
27 διότι ὁ ἴδιος ὁ Πατέρας σᾶς ἀγαπᾶ, ἔπειδὴ μὲ ἔχετε ἀγαπήσει καὶ ἔχετε πιστέψει ὅτι ἐγὼ ἐβγῆκα ἀπὸ τὸν Θεόν.
28 Ἐβγῆκα ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ ἔχω ἔλθει εἰς τὸν κόσμον· πάλιν ἀφήνω τὸν κόσμον καὶ πηγαίνω εἰς τὸν Πατέρα».
29 Λέγουν εἰς αὐτὸν οἱ μαθηταί του, «Νά, τώρα μιλᾶς καθαρὰ καὶ δὲν χρησιμοποιεῖς καμμίαν παραβολήν.
30 Τώρα καταλαβαίνομεν ὅτι τὰ ξέρεις ὅλα καὶ δὲν ἔχεις ἀνάγκην νὰ σ’ ἐρωτᾷ κανείς. Διὰ τοῦτο πιστεύομεν ὅτι ἐβγῆκες ἀπὸ τὸν Θεόν».
31 Ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἀπεκρίθη, «Τώρα πιστεύετε;
32 Νά, ἔρχεται ἡ ὥρα, καὶ μάλιστα ἤδη ἦλθε, διὰ νὰ σκορπισθῆτε ὁ καθένας εἰς τὰ σπίτια σας καὶ νὰ μὲ ἀφήσετε μόνον, ἀλλὰ δὲν εἶμαι μόνος, διότι ὁ Πατέρας εἶναι μαζί μου.
33 Αὐτὰ σᾶς τὰ εἶπα, διὰ νὰ ἔχετε εἰρήνην μένοντες ἑνωμένοι, μαζί μου. Εἰς τὸν κόσμον θὰ ἔχετε θλῖψιν, ἀλλὰ ἔχετε θάρρος, ἐγὼ ἔχω νικήσει τὸν κόσμον».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

(c) orthodoxanswers.gr Το παρόν site είναι αφιερωμένο στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και στην υπερευλογημένη Θεοτόκο.
Με την χάρη του Τριαδικού Θεού οι "Ορθόδοξες Απαντήσεις" βρίσκονται στο διαδίκτυο από το 2006.