(c) OrthodoxAnswers.gr
Παρασκευή , 30 Ιούνιος 2017
Ειδοποιήσεις
Αρχική » ΙΩΑΝ κεφ. ΙΓ’

ΙΩΑΝ κεφ. ΙΓ’

theologos

 ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ

κεφ ΙΒ’ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΓ’ κεφ ΙΔ’


Α’  Β’  Γ’  Δ’  Ε’  ΣΤ’ Ζ’  Η’  Θ’  Ι’  ΙΑ’  ΙΒ’  ΙΓ’  ΙΔ’ ΙΕ’  ΙΣΤ’  ΙΖ’  ΙΗ’ ΙΘ’  Κ’  ΚΑ’

  • Πρωτότυπο Κείμενο
  • Ερμηνευτική Απόδοση

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΓ’

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 13
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς πλένει τὰ πόδια τῶν μαθητῶν

1 Πρὸ δὲ τῆς ἑορτῆς τοῦ πάσχα εἰδὼς ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἐλήλυθεν αὐτοῦ ἡ ὥρα ἵνα μεταβῇ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου πρὸς τὸν πατέρα, ἀγαπήσας τοὺς ἰδίους τοὺς ἐν τῷ κόσμῳ, εἰς τέλος ἠγάπησεν αὐτούς.
2 Καὶ δείπνου γενομένου, τοῦ διαβόλου ἤδη βεβληκότος εἰς τὴν καρδίαν Ἰούδα Σίμωνος Ἰσκαριώτου ἵνα αὐτὸν παραδῷ,
3 εἰδὼς ὁ Ἰησοῦς ὅτι πάντα δέδωκεν αὐτῷ ὁ πατὴρ εἰς τὰς χεῖρας, καὶ ὅτι ἀπὸ Θεοῦ ἐξῆλθε καὶ πρὸς τὸν Θεὸν ὑπάγει,
4 ἐγείρεται ἐκ τοῦ δείπνου καὶ τίθησι τὰ ἱμάτια, καὶ λαβὼν λέντιον διέζωσεν ἑαυτόν.
5 Εἶτα βάλλει ὕδωρ εἰς τὸν νιπτῆρα, καὶ ἤρξατο νίπτειν τοὺς πόδας τῶν μαθητῶν καὶ ἐκμάσσειν τῷ λεντίῳ ᾧ ἦν διεζωσμένος.
6 Ἔρχεται οὖν πρὸς Σίμωνα Πέτρον, καὶ λέγει αὐτῷ ἐκεῖνος· Κύριε, σύ μου νίπτεις τοὺς πόδας;
7 Ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὃ ἐγὼ ποιῶ, σὺ οὐκ οἶδας ἄρτι, γνώσῃ δὲ μετὰ ταῦτα.
8 Λέγει αὐτῷ Πέτρος· οὐ μὴ νίψῃς τοὺς πόδας μου εἰς τὸν αἰῶνα. Ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἐὰν μὴ νίψω σε, οὐκ ἔχεις μέρος μετ’ ἐμοῦ.
9 Λέγει αὐτῷ Σίμων Πέτρος· Κύριε, μὴ τοὺς πόδας μου μόνον, ἀλλὰ καὶ τὰς χεῖρας καὶ τὴν κεφαλήν.
10 Λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὁ λελουμένος οὐ χρείαν ἔχει ἢ τοὺς πόδας νίψασθαι, ἀλλ’ ἔστι καθαρὸς ὅλος· καὶ ὑμεῖς καθαροί ἐστε, ἀλλ’ οὐχὶ πάντες.
11 Ἤδει γὰρ τὸν παραδιδόντα αὐτόν· διὰ τοῦτο εἶπεν· οὐχὶ πάντες καθαροί ἐστε.
12 Ὅτε οὖν ἔνιψε τοὺς πόδας αὐτῶν καὶ ἔλαβε τὰ ἱμάτια αὐτοῦ, ἀναπεσὼν πάλιν εἶπεν αὐτοῖς· γινώσκετε τί πεποίηκα ὑμῖν;
13 Ὑμεῖς φωνεῖτέ με, ὁ Διδάσκαλος καὶ ὁ Κύριος, καὶ καλῶς λέγετε· εἰμὶ γάρ.
14 Εἰ οὖν ἐγὼ ἔνιψα ὑμῶν τοὺς πόδας, ὁ Κύριος καὶ ὁ Διδάσκαλος, καὶ ὑμεῖς ὀφείλετε ἀλλήλων νίπτειν τοὺς πόδας.
15 Ὑπόδειγμα γὰρ δέδωκα ὑμῖν, ἵνα καθὼς ἐγὼ ἐποίησα ὑμῖν, καὶ ὑμεῖς ποιῆτε·
16 ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ, οὐδὲ ἀπόστολος μείζων τοῦ πέμψαντος αὐτόν.
17 Εἰ ταῦτα οἴδατε, μακάριοί ἐστε ἐὰν ποιῆτε αὐτά.
18 Οὐ περὶ πάντων ὑμῶν λέγω· ἐγὼ οἶδα οὓς ἐξελεξάμην· ἀλλ’ ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ, ὁ τρώγων μετ’ ἐμοῦ τὸν ἄρτον ἐπῆρεν ἐπ’ ἐμὲ τὴν πτέρναν αὐτοῦ.
19 Ἀπ’ ἄρτι λέγω ὑμῖν πρὸ τοῦ γενέσθαι, ἵνα ὅταν γένηται πιστεύσητε ὅτι ἐγώ εἰμι.
20 Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὁ λαμβάνων ἐάν τινα πέμψω, ἐμὲ λαμβάνει, ὁ δὲ ἐμὲ λαμβάνων λαμβάνει τὸν πέμψαντά με.

Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἀποκαλύπτει ἐκεῖνον ποὺ θὰ τὸν παρέδιδε

21 Ταῦτα εἰπὼν ὁ Ἰησοῦς ἐταράχθη τῷ πνεύματι, καὶ ἐμαρτύρησε καὶ εἶπεν· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἷς ἐξ ὑμῶν παραδώσει με.
22 Ἔβλεπον οὖν εἰς ἀλλήλους οἱ μαθηταί, ἀπορούμενοι περὶ τίνος λέγει.
23 Ἦν δὲ ἀνακείμενος εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ ἐν τῷ κόλπῳ τοῦ Ἰησοῦ, ὃν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς·
24 νεύει οὖν τούτῳ Σίμων Πέτρος πυθέσθαι τίς ἂν εἴη περὶ οὗ λέγει.
25 Ἐπιπεσὼν δὲ ἐκεῖνος ἐπὶ τὸ στῆθος τοῦ Ἰησοῦ λέγει αὐτῷ· Κύριε, τίς ἐστιν;
26 Ἀποκρίνεται ὁ Ἰησοῦς· ἐκεῖνός ἐστιν ᾧ ἐγὼ βάψας τὸ ψωμίον ἐπιδώσω. Καὶ ἐμβάψας τὸ ψωμίον δίδωσιν Ἰούδᾳ Σίμωνος Ἰσκαριώτῃ.
27 Καὶ μετὰ τὸ ψωμίον τότε εἰσῆλθεν εἰς ἐκεῖνον ὁ σατανᾶς. Λέγει οὖν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὃ ποιεῖς, ποίησον τάχιον.
28 Τοῦτο δὲ οὐδεὶς ἔγνω τῶν ἀνακειμένων πρὸς τί εἶπεν αὐτῷ·
29 τινὲς γὰρ ἐδόκουν, ἐπεὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχεν ὁ Ἰούδας, ὅτι λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, ἀγόρασον ὧν χρείαν ἔχομεν εἰς τὴν ἑορτήν, ἢ τοῖς πτωχοῖς ἵνα τι δῶ.
30 Λαβὼν οὖν τὸ ψωμίον ἐκεῖνος εὐθέως ἐξῆλθεν· ἦν δὲ νύξ.

Ἡ νέα ἐντολὴ τῆς ἀγάπης

31 Ὅτε οὖν ἐξῆλθε, λέγει ὁ Ἰησοῦς· νῦν ἐδοξάσθη ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, καὶ ὁ Θεὸς ἐδοξάσθη ἐν αὐτῷ.
32 Εἰ ὁ Θεὸς ἐδοξάσθη ἐν αὐτῷ, καὶ ὁ Θεὸς δοξάσει αὐτὸν ἐν ἑαυτῷ, καὶ εὐθὺς δοξάσει αὐτόν.
33 Τεκνία, ἔτι μικρὸν μεθ’ ὑμῶν εἰμι. ζητήσετέ με, καὶ καθὼς εἶπον τοῖς Ἰουδαίοις ὅτι ὅπου ὑπάγω ἐγώ, ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν, καὶ ὑμῖν λέγω ἄρτι.
34 Ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους.
35 Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις.

Προλέγεται ἡ ἄρνησις τοῦ Πέτρου

36 Λέγει αὐτῷ Σίμων Πέτρος· Κύριε, ποῦ ὑπάγεις; ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὅπου ἐγὼ ὑπάγω, οὐ δύνασαί μοι νῦν ἀκολουθῆσαι, ὕστερον δὲ ἀκολουθήσεις μοι.
37 Λέγει αὐτῷ ὁ Πέτρος· Κύριε, διατί οὐ δύναμαί σοι ἀκολουθῆσαι ἄρτι; Τὴν ψυχήν μου ὑπὲρ σοῦ θήσω.
38 Ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· τὴν ψυχήν σου ὑπὲρ ἐμοῦ θήσεις! Ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι, οὐ μὴ ἀλέκτωρ φωνήσει ἕως οὗ ἀπαρνήσῃ με τρίς.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΓ’

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 13
1 Πρὶν ἀπὸ τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα, ἐπειδὴ ὁ Ἰησοῦς ἤξερε ὅτι ἦλθε ἡ ὥρα του διὰ νὰ μεταβῆ ἀπὸ τὸν κόσμον τοῦτον πρὸς τὸν Πατέρα, καὶ εἶχε ἀγαπήσει τοὺς δικούς του ποὺ ἦσαν εἰς τὸν κόσμον, τώρα θὰ τοὺς ἔδειχνε τὴν ἀγάπην του εἰς μέγιστον βαθμόν.
2 Κατὰ τὴν διάρκειαν τοῦ δείπνου, ὅτε ὁ διάβολος εἶχε ἤδη βάλει εἰς τῆν καρδιὰ τοῦ Ἰούδα τοῦ υἱοῦ τοῦ Σίμωνος τοῦ Ἰσκαριώτη νὰ τὸν παραδώσῃ,
3 ὁ Ἰησοῦς, γνωρίζων ὅτι ὁ Πατέρας τοῦ εἶχε δώσει ὅλα εἰς τὰ χέρια του καὶ ὅτι εἶχε ἔλθει ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἐπέστρεφε εἰς τὸν Θεόν,
4 σηκώνεται ἀπὸ τὸ τραπέζι, βάζει κατὰ μέρος τὰ ἐξωτερικά του ἐνδύματα καὶ ἐπῆρε μιὰ ποδιὰ καὶ ἐζώθηκε μ’ αὐτήν.
5 Ἔπειτα ἔβαλε νερὸ εἰς τὴν λεκάνη καὶ ἄρχισε νὰ πλένῃ τὰ πόδια τῶν μαθητῶν του καὶ νὰ τὰ σφογγίζῃ μὲ τὴν ποδιά, μὲ τὴν ὁποίαν ἦτο ζωσμένος.
6 Ἔρχεται καὶ εἰς τὸν Σίμωνα Πέτρον ἀλλ’ αὐτὸς τοῦ λέγει, «Κύριε, σὺ μοῦ πλένεις τὰ πόδια;».
7 Ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπεκρίθη, «Ἐκεῖνο ποὺ ἐγὼ κάνω, σὺ δὲν τὸ καταλαβαίνεις τώρα, θὰ τὸ καταλάβῃς ὅμως ὕστερα».
8 Τοῦ λέγει τότε ὁ Πέτρος, «Δὲν θὰ μοῦ πλύνῃς τὰ πόδια ποτέ». Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη, «Ἐὰν δὲν σὲ πλύνω, δὲν ἔχεις θέσιν μαζί μου».
9 Ὁ Σίμων Πέτρος τοῦ λέγει, «Κύριε, ὄχι μόνον τὰ πόδια ἀλλὰ καὶ τὰ χέρια καὶ τὸ κεφάλι».
10 Τοῦ λέγει τότε ὁ Ἰησοῦς, «Ὁ λουσμένος δὲν ἔχει ἀνάγκη παρὰ νὰ πλύνῃ μόνον τὰ πόδια, διότι εἶναι ὅλος καθαρός· καὶ σεῖς καθαροὶ εἶσθε ἀλλ’ ὄχι ὅλοι».
11 Ἤξερε ἐκεῖνον ποὺ θὰ τὸν παρέδιδε, διὰ τοῦτο εἶπε, «Δὲν εἶσθε ὅλοι καθαροί».
12 Ὅταν ἔπλυνε τὰ πόδια τους καὶ ἐπῆρε τὰ ἐνδύματά του, ἐκάθησε πάλιν εἰς τὸ τραπέζι, καὶ τοὺς εἶπε, «Ξέρετε τί σᾶς ἔκανα;
13 Μὲ φωνάζετε «Ὁ Διδάσκαλος» καὶ «Ὁ Κύριος» καὶ καλὰ κάνετε, διότι εἶμαι.
14 Ἐὰν λοιπὸν ἐγώ, ὁ Κύριος καὶ ὁ Διδάσκαλος, ἔπλυνα τὰ πόδια σας, καὶ σεῖς ὀφείλετε νὰ πλένετε τὰ πόδια ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου.
15 Παράδειγμα σᾶς ἔδωκα διὰ νὰ κάνετε καὶ σεῖς καθὼς σᾶς ἔκανα ἐγώ.
16 Ἀλήθεια, ἀλήθεια σᾶς λέγω, δὺν ὑπάρχει δοῦλος μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν κύριόν του, οὔτε ἀπόστολος μεγαλύτερος ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ τὸν ἔστειλε.
17 Ἐὰν τὰ ξέρετε αὐτά, θὰ εἶστε εὐτυχεῖς ἐὰν τὰ κάνετε.
18 Δὲν ὁμιλῶ γιὰ σᾶς ὅλους· ἐγὼ ξέρω ποιούς διάλεξα, ἀλλὰ διὰ νὰ ἐκπληρωθῇ ἡ γραφή, Ἐκεῖνος ποὺ τρώγει μαζί μου τὸ ψωμί, ἐσήκωσε τὴν πτέρναν ἐναντίον μου.
19 Ἀπὸ τώρα σᾶς τὰ λέγω, πρὶν γίνουν, ὥστε ὅταν γίνουν νὰ πιστέψετε ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ Χριστός.
20 Ἀλήθεια, ἀλήθεια σᾶς λέγω, ἐκεῖνος ποὺ δέχεται ὅποιον στείλω, ἐμὲ δέχεται, καὶ ἐκεῖνος ποὺ δέχεται ἐμέ, δέχεται ἐκεῖνον ποὺ μὲ ἔστειλε».

Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἀποκαλύπτει ἐκεῖνον ποὺ θὰ τὸν παρέδιδε

21 Ἀφοῦ εἶπεν αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, ἀνεφώνησε μὲ ταραγμένον πνεῦμα, «Ἀλήθεια, ἀλήθεια σᾶς λέγω, ἕνας ἀπὸ σᾶς θὰ μὲ παραδώσῃ».
22 Ἐκύτταξαν τότε οἱ μαθηταὶ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον καὶ ἀποροῦσαν γιὰ ποιὸν τὸ λέγει.
23 Ἕνας ἀπὸ αὐτούς, ὁ μαθητὴς τὸν ὁποῖον ἀγαποῦσε ὁ Ἰησοῦς, ἦτο πεσμένος εἰς τὸν κόλπον τοῦ Ἰησοῦ.
24 Τοῦ κάνει νεῦμα ὁ Σίμων Πέτρος νὰ πληροφορηθῇ γιὰ ποιόν ἆραγε τὸ λέγει.
25 Ἐκεῖνος ἔπεσε εἰς τὸ στῆθος τοῦ Ἰησοῦ καὶ τοῦ λέγει, «Κύριε, ποιός εἶναι;».
26 Ἀποκρίνεται ὁ Ἰησοῦς, «Εἶναι ἐκεῖνος, εἰς τὸν ὁποῖον ἀφοῦ βουτήξω τὸ ψωμί, θὰ τοῦ τὸ δώσω», καὶ ὅταν ἐβούτηξε τὸ ψωμὶ τὸ ἔδωσε εἰς τὸν Ἰούδαν, τὸν υἱὸν τοῦ Σίμωνος, τὸν Ἰσκαριώτην.
27 Καὶ ὅταν αὐτὸς τὸ ἐπῆρε, τότε ἐμπῆκε μέσα του ὁ Σατανᾶς. Τοῦ λέγει τότε ὁ Ἰησοῦς, «Ἐκεῖνο ποὺ ἔχεις νὰ κάνῃς, κάνε το γρήγορα».
28 Ἀπὸ τοὺς καθισμένους εἰς τὸ τραπέζι κανεὶς δὲν κατάλαβε τί ἐννοοῦσε μὲ αὐτό·
29 μερικοὶ ἐνόμισαν ὅτι, ἐπειδὴ ὁ Ἰούδας εἶχε τὸ ταμεῖον, τοῦ εἶπε ὁ Ἰησοῦς, «Ἀγόρασε ἐκεῖνα ποὺ ἔχομεν ἀνάγκην διὰ τὴν ἑορτήν», ἢ νὰ δώσῃ κάτι εἰς τοὺς πτωχούς.
30 Ἐκεῖνος ἐπῆρε τὸ ψωμὶ καὶ ἐβγῆκε ἀμέσως ἔξω· ἦταν νύχτα.

Ἡ νέα ἐντολὴ τῆς ἀγάπης

31 Ὅταν ἐβγῆκε, εἶπε ὁ Ἰησοῦς, «Τώρα ἐδοξάσθη ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁ Θεὸς ἐδοξάσθη δι’ αὐτοῦ.
32 Ἐὰν ὁ Θεὸς ἐδοξάσθη δι’ αὐτοῦ, καὶ ὁ Θεὸς θὰ τὸν δοξάσῃ διὰ τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ ἀμέσως θὰ τὸν δοξάσῃ.
33 Παιδιά μου, ἀκόμη ὀλίγον χρόνον θὰ εἶμαι μαζί σας. Θὰ μὲ ζητήσετε, καὶ ὅπως εἶπα εἰς τοὺς Ἰουδαίους, «ὅπου πηγαίνω ἐγώ, δὲν μπορεῖτε σεῖς νὰ ἔλθετε», τὸ ἴδιο λέγω καὶ σ’ ἐσᾶς τώρα.
34 Ἐντολὴν νέαν σᾶς δίνω, νὰ ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἐγὼ σᾶς ἀγάπησα, ἔτσι νὰ ἀγαπᾶτε καὶ σεῖς ὁ ἕνας τὸν ἄλλον.
35 Ἀπὸ αὐτὸ θὰ ξέρουν ὅλοι ὅτι εἶσθε μαθηταί μου, ἐὰν δηλαδὴ ἔχετε ἀγάπην μεταξύ σας».

Προλέγεται ἡ ἄρνησις τοῦ Πέτρου

36 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Σίμων Πέτρος, «Κύριε, ποῦ πηγαίνεις;». Ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπεκρίθη, «Ὅπου πηγαίνω ἐγώ, δὲν μπορεῖς τώρα νὰ μὲ ἀκολουθήσῃς, ὕστερα ὅμως θὰ μὲ ἀκολουθήσῃς».
37 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Πέτρος, «Κύριε, γιατὶ δὲν μπορῶ νὰ σὲ ἀκολουθήσω τώρα; Θὰ θυσιάσω τὴν ζωήν μου γιὰ σένα».
38 Ἀπεκρίθη εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς, «Τὴν ζωήν σου θὰ θυσιάσῃς γιὰ μένα; Ἀλήθεια, ἀλήθεια σοῦ λέγω, πρὶν λαλήσῃ ὁ πετεινός, θὰ μὲ ἔχεις ἀπαρνηθῆ τρεῖς φορές».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

(c) orthodoxanswers.gr Το παρόν site είναι αφιερωμένο στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και στην υπερευλογημένη Θεοτόκο.
Με την χάρη του Τριαδικού Θεού οι "Ορθόδοξες Απαντήσεις" βρίσκονται στο διαδίκτυο από το 2006.