Ο Ιησούς περπατάει πάνω στα νερά της λίμνης – Η πίστη είναι σανίδα σωτηρίας (Ματθαίου 14,22-34)
Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου
Αφού θαυματουργικά προσέφερε ο Ιησούς φαγητό σε χιλιάδες ανθρώπους, και από τα περισσεύματα μάλιστα που μάζεψαν από τα ψωμιά και τα ψάρια γέμισαν δώδεκα κοφίνια (Μτθ. 14,13-21), αμέσως ύστερα υποχρέωσε τους μαθητές του να μπουν στο πλοιάριο και να πάνε να τον περιμένουν στην απέναντι όχθη της Θάλασσας της Γαλιλαίας, ωσότου αυτός διαλύσει τα πλήθη (δηλαδή απολύσει ειρηνικά το λαό). Διακρίνουμε την πραγματική αγάπη του Ιησού προς τον κόσμο και την ευγένεια του χαρακτήρα Του. Αφού τους απέλυσε, ανέβηκε μόνος του στο βουνό ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗΘΕΙ. Όταν βράδιασε ήταν μόνος του εκεί. {Από την προσευχή λοιπόν να ξεκινάμε και σ’ αυτή να καταλήγουμε. Όταν ο άνθρωπος έχει προσευχητική σχέση με τον Θεό δεν φοβάται τις ανημποριές της ζωής και δεν νοιώθει μόνος και ανασφαλής. Η ατομική και λειτουργική προσευχή οδηγεί στην χαρισματική ένωση ανθρώπου και Θεού. Και αυτό μας το φανερώνει ο ίδιος ο Θεάνθρωπος}. Στο μεταξύ το καΐκι βρισκόταν κιόλας στη μέση της λίμνης Γεννησαρέτ και το παίδευαν τα κύματα γιατί ήταν αντίθετος ο άνεμος {Η ζωή είναι μια άγρια θάλασσα, αλλά ο Θεός δαμάζει τα στοιχεία της φύσεως, και μας μαθαίνει ακόμη να υπομένουμε με πίστη τα πάντα. ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΔΥΝΑΜΗ ΜΑΣ ΚΑΙ Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΑΣ, και σκόπιμα ο Χριστός έστειλε, πριν απ’ Αυτόν, με το πλοιάριο τους μαθητές Του, για να το διαπιστώσουν}. Κατά τα ξημερώματα, ήρθε ο Ιησούς κοντά τους ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ ΠΑΝΩ ΣΤΗ ΛΙΜΝΗ. Οι μαθητές, όταν τον είδαν να περπατάει πάνω στη λίμνη, τρόμαξαν. Έλεγαν πως είναι φάντασμα κι έβαλαν τις φωνές από το φόβο τους {Η σκηνή αυτή επισημαίνει την πραγματικότητα της διήγησης, αφού και ο καθένας από εμάς εξίσου θα τρόμαζε. Δεν διασώζονται στα ευαγγέλια τα λόγια των μαθητών μέσα στην ταραχή τους, προφανώς όμως τον Θεό θα παρακαλούσαν για βοήθεια}.
Αμέσως όμως ο Ιησούς τούς μίλησε κα τους είπε: «Θάρρος! ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ. ΜΗ ΦΟΒΑΣΤΕ» {Μόνο ο Χριστός μάς βοηθάει να μην βυθιστούμε πνευματικά και κοινωνικά, ενώ διώχνει και τους μύχιους φόβους μας}.
Ο Πέτρος τού αποκρίθηκε: «Κύριε, αν είσαι εσύ, ΔΩΣΕ ΕΝΤΟΛΗ να έρθω κοντά σου περπατώντας στα νερά»{Ο Λόγος (Υιός) και ο λόγος του Θεού είναι παντοδύναμοι}.
Κι Εκείνος τού είπε: «Έλα». Κατέβηκε τότε από το πλοίο Ο ΠΕΤΡΟΣ ΚΙ ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΠΕΡΠΑΤΑΕΙ ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΝΕΡΑ για να πάει στον Ιησού {Η πίστη στον Χριστό πραγματοποιεί το ακατόρθωτο}. Βλέποντας όμως τον ισχυρό άνεμο φοβήθηκε, κι ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΚΑΤΑΠΟΝΤΙΖΕΤΑΙ {Και τελέστηκε δεύτερο θαύμα εδώ, το ίδιο σπουδαίο όπως και το πρώτο, το οποίο μας αποκαλύπτει ότι μόνο με τη δύναμη του Θεού ο άνθρωπος ποιεί τα πάντα, ενώ μόνος του ασθενεί και καταποντίζεται}. Έβαλε τότε τις φωνές: «ΚΥΡΙΕ, ΣΩΣΕ ΜΕ!» {Η προσευχή είναι σανίδα σωτηρίας και φράχτης στο χείλος του γκρεμού, όποτε δε κινδυνεύουμε, τον Κύριο να επικαλούμαστε}. ΑΜΕΣΩΣ ο Ιησούς ΑΠΛΩΣΕ ΤΟ ΧΕΡΙ {Ο Θεός τείνει στον άνθρωπο χέρι συμφιλιώσεως και συνεργασίας σε όλη την διαδρομή της ιστορίας του, πλην όμως πολλοί δεν ανταποκρίνονται στην Ουράνια αυτή και λυτρωτική για όλη την ανθρωπότητα πρόσκληση}, τον έπιασε και με πραότητα τού λέει: «ΟΛΙΓΟΠΙΣΤΕ, ΓΙΑΤΙ ΣΕ ΚΥΡΙΕΨΕ Η ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ;» {Δεν είναι κακό να υπάρχει υγιής αμφιβολία, φτάνει να μην κυριέψει τον αμφιβάλλοντα, και να μην τον οδηγήσει σε εσφαλμένη έρευνα και εν τέλει στην απιστία}. Και μόλις ανέβηκαν στο καΐκι ΚΟΠΑΣΕ Ο ΑΝΕΜΟΣ {Υπήρξε επομένως στην κυριολεξία Θεάνθρωπος ο Χριστός και όχι απλά ένας άγιος άνθρωπος}.
Τότε όσοι ήταν στο καΐκι ήρθαν και τον προσκύνησαν λέγοντας: «ΑΛΗΘΙΝΑ, ΕΙΣΑΙ ΘΕΟΥ ΥΙΟΣ!» {Εφόσον ΟΛΟΙ (Μάρκ. 6,50) είδαν με τα μάτια τους ΤΡΙΑ ΜΕΓΑΛΑ ΘΑΥΜΑΤΑ στην ίδια φάση: Να βαδίζει πάνω στα κύματα, να επιτρέπει στον Πέτρο να κάνει το ίδιο, και να ηρεμεί τον άνεμο}. Και αφού διασχίσανε τη λίμνη, ήρθαν στην περιοχή της Γεννησαρέτ (Μθ. 14,22- 34/ Μκ. 6,45-52/ Ιω. 6,16-21). Και οι κάτοικοι των γύρω περιοχών τού έφεραν όλους τους αρρώστους. Και τον παρακαλούσαν να αγγίξουν μόνο την άκρη από το ρούχο του. Κι όσοι την άγγιζαν γιατρεύονταν, διαπιστώνοντας με τις ίδιες τις αισθήσεις τους ότι όντως ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού, που ήρθε να συναντήσει, να αγκαλιάσει και σώσει τα αγαπημένα Του πλάσματα, τους ανθρώπους.