Η Σαμαρείτισσα από την ημέρα που πίστεψε στο Χριστό άλλαξε ζωή. Από Σαμαρείτισσα έγινε Φωτεινή. Από σκοτάδι έγινε φως, από σκοτεινή έγινε φωτεινή. Και τι έκανε; Τ’ άφησε όλα, πήρε ένα ραβδί και περπατούσε σε βουνά και ρεματιές κηρύττοντας τον Χριστό με φλόγα. Όταν έλεγε το όνομα του Χριστού έκλαιγε. Μετά την σταυρική θυσία του Χριστού πήγε σε πολλά μέρη. Κατέληξε στην Σμύρνη. Και εκεί κήρυξε τον Χριστό και βαπτισθήκανε πολλοί και έγιναν χριστιανοί. Γι αυτό οι Σμυρνιώτες κτίσανε προς τιμή της την πιο όμορφη εκκλησία που υπήρχε στην Μικρά Ασία. Ο ναός της Αγίας Φωτεινής ήταν ο πρώτος μετά την Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης. Στην εκκλησία της Αγίας Φωτεινής λειτούργησε για τελευταία φορά, ο Χρυσόστομος Σμύρνης το 1922 και μετά έβαλαν φωτιά οι Τούρκοι και την έκαψαν. Δεν υπάρχει πια.
Ποιός λοιπόν έφερε τόσο κόσμο στο Χριστό; Μια γυναίκα, η αγία Φωτεινή. Γι’ αυτό ότι έκανε η Αγία Φωτεινή να κάνουμε και εμείς.
Μπα, θα μου πείτε, να αφήσουμε τα σπίτια μας, τα χωράφια μας και τις δουλειές μας να παίρνουμε ένα ραβδί και να τρέχουμε να κηρύττουμε το Χριστό; Μα τρελάθηκες; Έχουμε οικογένεια και παιδιά…
Δεν σου λέω να πας να κηρύξεις το Χριστό στο Νείλο ποταμό και τις Ινδίες. Εδώ στο χωριό σου και στην πόλη σου να τον κηρύξεις. Θα μου πεις. Με ποιό τρόπο;
Θα σου πω. Από το πρωί που σηκώνεσαι μέχρι το βράδυ η γλώσσα σου δεν σταματά. Κουβεντιάζεις με την γυναίκα σου με τα παιδιά σου με όλους. Κουβεντιάζεις στο καφενείο στην πλατεία παντού. Αν μετρήσω τις λέξεις από το πρωί ως το βράδυ είναι χίλιες λέξεις. Αν ψάξω μέσα σε αυτές τις χίλιες λέξεις θα βρω το διαμάντι; Γιατί οι λέξεις που λένε οι άνθρωποι είναι χαλίκια και άμμος. Διαμάντι είναι ο Χριστός. Είπες μια λέξη για τον Χριστό; Μπα!
Κάποτε ρώτησα ένα γύφτο: Τόσα χρόνια που είσαι εδώ, δε μου λες, άκουσες ποτέ κανέναν να μιλάει για τον Χριστό; Ναι μου λέει, άκουσα, όταν τον βλαστημάνε!…
Σ’ αυτή την κατάντια φτάσαμε να ακούγεται το όνομα του Χριστού και της Παναγίας μόνο στις βλαστήμιες. Για καλό η λέξη Χριστός δεν βγαίνει από τα χείλη σου. Κουβεντιάζεις για όλα, για τα γίδια, το χωράφι, τα λεφτά, για τις καταθέσεις για τις παντρειές και τα διαζύγια…Για τον Χριστό δεν μιλάς. Το να μη μιλάς για τον Χριστό που σου δίνει το φως, τον αέρα, το ψωμί, τα πάντα, είναι αμαρτία, αχαριστία. Όπως λοιπόν η αγία Φωτεινή μιλούσε για τον Χριστό, έτσι να μιλάς και εσύ για Αυτόν.
Να μιλάς μέσα στο σπίτι. Είσαι πατέρας; όταν βραδιάσει, φώναξε την γυναίκα σου και τα παιδιά σου και μίλα τους για τον Χριστό. Πάρε και διάβασε το Ευαγγέλιο.
Θα πεθάνεις μια μέρα και όλα θα τα ξεχάσουν τα παιδιά και τα λεφτά και τα πλούτη. Ένα δεν θα ξεχάσουν ποτέ. Ότι τους μιλούσες για τον Χριστό. Δεν θα ξεχάσουν ποτέ την μάνα και τον πατέρα και την γιαγιά και τον παππού που τους μιλούσαν για τον Χριστό.
Πάρτε λοιπόν και εσείς τα παιδιά σας και μιλήστε τους για τον Χριστό.
Θα γεράσεις μια μέρα και θα πεθάνεις. Αλλά όταν σε θυμάται το παιδί και θα λέει: «Αχ καλή μου μάνα, γιαγιά κλπ., που μου σταύρωνες τα χεράκια και μου μάθαινες την προσευχή, ευλογημένη να ‘σαι!»
Εγώ, δεν σας λέω να πάτε στην Αφρική, και να κηρύξετε το Χριστό, αλλά μέσα στο σπίτι σας.
Σου έδωσε ο Θεός την γλώσσα για να μιλάς για το Χριστό. Και η μαϊμού έχει γλώσσα αλλά δεν μιλάει. Και τον παπαγάλο μπορείς να μάθεις δυο-τρεις λέξεις, αλλά δεν τις καταλαβαίνει. Μόνο ο άνθρωπος μπορεί να μιλάει. Και είναι μεγάλο προνόμιο αυτό.
Σου έδωσε ο Θεός την γλώσσα, όχι για να βρίζεις, να καταριέσαι και να στέλνεις το παιδί σου στο διάβολο. Όχι για να βλαστημάς και να κουτσομπολεύεις, όχι για να συκοφαντείς και να αισχρολογείς. Όχι για να κάθεσαι με τις ώρες στα καφενεία και τις τηλεοράσεις και να συζητάς τα αίσχη που βλέπεις…
Σου έδωσε ο Θεός την γλώσσα, για να πεις μόλις σηκωθείς το πρωί: Ευχαριστώ Θεέ μου, που μου έδωσες το φως. Και όταν έρθει το μεσημέρι να πεις: Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου που μου έδωσες το ψωμί. Και όταν βραδιάσει να πεις: Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου που με φύλαξες όλη την ημέρα.
Δες τα πουλάκια, που κελαηδούν και λένε: Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ.
Σήκω την Κυριακή να πας στην εκκλησία και να υμνήσεις το Θεό.
Να μιλάς για τον Χριστό και μόνο για τον Χριστό. Με την ζωή σου και το παράδειγμα σου. Τότε θα είσαι Χριστιανός.
Ποιός λοιπόν έφερε τόσο κόσμο στο Χριστό; Μια γυναίκα, η αγία Φωτεινή. Γι’ αυτό ότι έκανε η Αγία Φωτεινή να κάνουμε και εμείς.
Μπα, θα μου πείτε, να αφήσουμε τα σπίτια μας, τα χωράφια μας και τις δουλειές μας να παίρνουμε ένα ραβδί και να τρέχουμε να κηρύττουμε το Χριστό; Μα τρελάθηκες; Έχουμε οικογένεια και παιδιά…
Δεν σου λέω να πας να κηρύξεις το Χριστό στο Νείλο ποταμό και τις Ινδίες. Εδώ στο χωριό σου και στην πόλη σου να τον κηρύξεις. Θα μου πεις. Με ποιό τρόπο;
Θα σου πω. Από το πρωί που σηκώνεσαι μέχρι το βράδυ η γλώσσα σου δεν σταματά. Κουβεντιάζεις με την γυναίκα σου με τα παιδιά σου με όλους. Κουβεντιάζεις στο καφενείο στην πλατεία παντού. Αν μετρήσω τις λέξεις από το πρωί ως το βράδυ είναι χίλιες λέξεις. Αν ψάξω μέσα σε αυτές τις χίλιες λέξεις θα βρω το διαμάντι; Γιατί οι λέξεις που λένε οι άνθρωποι είναι χαλίκια και άμμος. Διαμάντι είναι ο Χριστός. Είπες μια λέξη για τον Χριστό; Μπα!
Κάποτε ρώτησα ένα γύφτο: Τόσα χρόνια που είσαι εδώ, δε μου λες, άκουσες ποτέ κανέναν να μιλάει για τον Χριστό; Ναι μου λέει, άκουσα, όταν τον βλαστημάνε!…
Σ’ αυτή την κατάντια φτάσαμε να ακούγεται το όνομα του Χριστού και της Παναγίας μόνο στις βλαστήμιες. Για καλό η λέξη Χριστός δεν βγαίνει από τα χείλη σου. Κουβεντιάζεις για όλα, για τα γίδια, το χωράφι, τα λεφτά, για τις καταθέσεις για τις παντρειές και τα διαζύγια…Για τον Χριστό δεν μιλάς. Το να μη μιλάς για τον Χριστό που σου δίνει το φως, τον αέρα, το ψωμί, τα πάντα, είναι αμαρτία, αχαριστία. Όπως λοιπόν η αγία Φωτεινή μιλούσε για τον Χριστό, έτσι να μιλάς και εσύ για Αυτόν.
Να μιλάς μέσα στο σπίτι. Είσαι πατέρας; όταν βραδιάσει, φώναξε την γυναίκα σου και τα παιδιά σου και μίλα τους για τον Χριστό. Πάρε και διάβασε το Ευαγγέλιο.
Θα πεθάνεις μια μέρα και όλα θα τα ξεχάσουν τα παιδιά και τα λεφτά και τα πλούτη. Ένα δεν θα ξεχάσουν ποτέ. Ότι τους μιλούσες για τον Χριστό. Δεν θα ξεχάσουν ποτέ την μάνα και τον πατέρα και την γιαγιά και τον παππού που τους μιλούσαν για τον Χριστό.
Πάρτε λοιπόν και εσείς τα παιδιά σας και μιλήστε τους για τον Χριστό.
Θα γεράσεις μια μέρα και θα πεθάνεις. Αλλά όταν σε θυμάται το παιδί και θα λέει: «Αχ καλή μου μάνα, γιαγιά κλπ., που μου σταύρωνες τα χεράκια και μου μάθαινες την προσευχή, ευλογημένη να ‘σαι!»
Εγώ, δεν σας λέω να πάτε στην Αφρική, και να κηρύξετε το Χριστό, αλλά μέσα στο σπίτι σας.
Σου έδωσε ο Θεός την γλώσσα για να μιλάς για το Χριστό. Και η μαϊμού έχει γλώσσα αλλά δεν μιλάει. Και τον παπαγάλο μπορείς να μάθεις δυο-τρεις λέξεις, αλλά δεν τις καταλαβαίνει. Μόνο ο άνθρωπος μπορεί να μιλάει. Και είναι μεγάλο προνόμιο αυτό.
Σου έδωσε ο Θεός την γλώσσα, όχι για να βρίζεις, να καταριέσαι και να στέλνεις το παιδί σου στο διάβολο. Όχι για να βλαστημάς και να κουτσομπολεύεις, όχι για να συκοφαντείς και να αισχρολογείς. Όχι για να κάθεσαι με τις ώρες στα καφενεία και τις τηλεοράσεις και να συζητάς τα αίσχη που βλέπεις…
Σου έδωσε ο Θεός την γλώσσα, για να πεις μόλις σηκωθείς το πρωί: Ευχαριστώ Θεέ μου, που μου έδωσες το φως. Και όταν έρθει το μεσημέρι να πεις: Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου που μου έδωσες το ψωμί. Και όταν βραδιάσει να πεις: Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου που με φύλαξες όλη την ημέρα.
Δες τα πουλάκια, που κελαηδούν και λένε: Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ.
Σήκω την Κυριακή να πας στην εκκλησία και να υμνήσεις το Θεό.
Να μιλάς για τον Χριστό και μόνο για τον Χριστό. Με την ζωή σου και το παράδειγμα σου. Τότε θα είσαι Χριστιανός.
Μητρ. Αυγουστίνος