Ερώτηση: Εάν φιλονικούν δύο άνδρες, και κτυπήσουν γυναίκα έγκυο, και αυτή αποβάλλει, τότε εάν το παιδί είναι «ασχημάτιστο», ο ένοχος θα τιμωρηθή διά προστίμου. Εάν όμως το παιδί είναι «σχηματισμένο», ο ένοχος θα δώση ζωήν αντί ζωής… Δηλαδή μια έκτρωση όσο το παιδί είναι «ασχημάτιστο» δεν είναι φόνος;
Απάντηση: Η διάταξη αυτή βρίσκεται στο βιβλίο της Εξόδου (21,22-25). Εκεί, σύμφωνα με το εκκλησιαστικό κείμενο της μετάφρασης των Εβδομήκοντα, λέγεται το εξής: «Ἐάν δέ μάχωνται δύο ἄνδρες, καί πατάξωσι γυναῖκα ἐν γαστρί ἔχουσαν καί ἐξέλθῃ τό παιδίον αὐτῆς μή ἐξεικονισμένον, ἐπιζήμιον ζημιωθήσεται· καθότι ἄν ἐπιβάλῃ ὁ ἀνήρ τῆς γυναικός, δώσει μετά ἀξιώματος· ἐάν δέ ἐξεικονισμένον ἦ, δώσει ψυχήν ἀντί ψυχῆς, ὀφθαλμόν ἀντί ὀφθαλμοῦ, ὀδόντα ἀντί ὀδόντος» κλπ (ερμηνευτική απόδοση του Ιωήλ Γιαννακόπουλου: Εάν φιλονικούν δύο άνδρες, και κτυπήσουν γυναίκα έγκυον, και εξέλθη το παιδίον ασχημάτιστον, ο ένοχος θα τιμωρηθή διά προστίμου, το οποίον θα ζητήση ο σύζυγος της γυναικός και θα κρίνη το δικαστήριον. Εάν όμως το εξελθόν παιδίον είναι εχσηματισμένον, ο ένοχος θα δώση ζωήν αντί ζωής κλπ.)
Το Εβραϊκό κείμενο διαφέρει απ’ αυτό των Εβδομήκοντα. Σύμφωνα με το πρώτο, -όπου απουσιάζει η λέξη «ἐξεικονισμένον»- περιγράφεται η περίπτωση να κτυπηθεί η γυναίκα και να οδηγηθεί σε τοκετό από το χτύπημα, χωρίς όμως άλλη βλάβη, ή να χτυπηθεί και να επέλθη θάνατος εξαιτίας του πρόωρου τοκετού, οπότε αυτός που τη χτύπησε πρέπει να τιμωρηθεί για φόνο. Η διατύπωση είναι, όμως, ασαφής γιατί στην περίπτωση της «βλάβης», δε διευκρινίζει αν αφορά μητέρα και παιδί και στην περίπτωση του «θανάτου», δε διευκρινίζεται το πρόσωπο που πεθαίνει, αν δηλαδή πεθαίνει η μητέρα ή το παιδί. Καθώς όμως, το εβραϊκό χρησιμοποιεί τη λέξη που συνήθως στην Π. Διαθήκη περιγράφει τη γέννα υγιούς βρέφους, ενώ υπάρχει άλλη λέξη για την αποβολή, το κείμενο τείνει να περιορίζει το νόημα σε γέννα υγιούς παιδιού αφενός και γέννα που κοστίζει τη ζωή της μητέρας ή και του παιδιού, αφετέρου.
Στην γενικότερη προτεσταντική ηθική υπάρχει μεγάλη συζήτηση με αφορμή το χωρίο αυτό σχετικά με την αποδοχή ή όχι των εκτρώσεων. Και συνήθως αφετηρία για τη συζήτηση αυτή αποτελεί η μετάφραση της Π. Διαθήκης που υπάρχει στη γλώσσα τους, που είναι μετάφραση από το Εβραϊκό κείμενο κι όχι το Ελληνικό. Κάποιες από τις σύγχρονες ξενόγλωσσες μεταφράσεις χρησιμοποιούν τη λέξη «αποβολή», αλλοιώνοντας το νόημα. Έτσι, ανάλογα με το τί υποστηρίζει κανείς, χρησιμοποιεί την αντίστοιχη ερμηνεία του εβραϊκού.
Επειδή η ιερότητα της ζωής είναι σπουδαιότατο θέμα και το χωρίο έχει παρεξηγηθεί από πολλούς, ας μας επιτραπεί μια σημαντική διευκρίνιση: Η αντιμετώπιση των εμβρύων ως ανθρώπων είναι αυτονόητη στην Π. Διαθήκη. Η ανθρωπολογία των Εβραίων δεν τους επιτρέπει ούτε να έχουν διαφορετική λέξη για το έμβρυο: το ονομάζουν «παιδί». Και μόνο αυτό είναι αρκετό για να φανερώσει ότι ποτέ δεν το θεώρησαν ως κάτι κατώτερο ή ελλειπές σε σχέση με το γεννημένο παιδί. Κατ’ ἐπέκταση δεν προβληματίστηκαν σχετικά με το θέμα των εκτρώσεων γιατί τους καλύπτει η εντολή του Δεκαλόγου: «οὐ φονεύσεις».
Αντίθετα, παντού παρουσιάζεται ο Θεός ως «υπεύθυνος» για τη σύλληψη ενός παιδιού (Γεν 30,22· Α΄ Βασ. 1,19-20· Ησ. 1,5) και παρακολουθεί με στοργή τη ζωή του στη μήτρα (Ψαλμ 21,10-11· 138,13. Βλ. στην Καινή Διαθήκη το Γαλ. 1,15). Έτσι τα παιδιά είναι πάντα ένα ευπρόσδεκτο δώρο του Θεού (Γεν 33,5· Ψαλ. 127,3), ενώ η απόκτησή τους και η έλλειψη «αποβολών» (κατά το εβραϊκό) είναι στοιχείο που συνδέεται με την ευλογία του που θα απολαύσουν οι Εβραίοι στη γη της επαγγελίας (Εξ. 23,26· Δευτερον. 28,4. Σημειώστε τη λέξη «αποβολή» στο εβραϊκό, λίγο μετά το χωρίο που εξετάζουμε).
Παράλληλα το κυοφορούμενο παρουσιάζεται ως άνθρωπος που από το εμβρυακό στάδιο μπορεί να αμαρτήσει ή να αγιασθεί (Ψαλμ. 50,6· Ιερεμ. 1,5· Κριτ 13,7).
Αλλά κι αν ακόμη δεν ίσχυε τίποτε από τα παραπάνω, θα ήταν για τον Ιουδαίο αδιανόητη μια έκτρωση καθώς όλη τους η θρησκευτικότητα ήταν προσανατολισμένη στην προσμονή του Μεσσία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε τις περιπτώσεις εκείνων που από τον πόθο να βρεθούν πρόγονοι στη γενιά του δε δίστασαν να προβούν σε πράξεις που σήμερα δε θα τις θεωρούσαμε αποδεκτές (π.χ η περίπτωση του Ιακώβ και του Ησαύ στο Γεν κεφ. 25 και 27 ή της Θάμαρ στο Γεν 38). Αυτοί που έκαναν κυριολεκτικά τα πάντα για να αποκτήσουν ένα παιδί, είναι ηλίου φαεινότερον ότι δε θα απέρριπταν με κανένα τρόπο ένα θεόσταλτο –κατ’ αυτούς- έμβρυο.
Μετά από αυτή την παρένθεση, επανερχόμαστε στην περικοπή που μας απασχολεί. Κατά την άποψή μας, επειδή είναι αυτονόητο ότι αν η γυναίκα πέθαινε ακαριαία, ή έστω πολύ σύντομα από πρόκληση τοκετού, η περίπτωση θεωρείται έτσι κι αλλιώς φόνος από το Μωσαϊκό νόμο (βλ. Εξ. 21,18-19), ενδιαφέρει η διευκρίνιση της ηλικίας του εμβρύου (όπως δηλαδή το ερμηνεύουν οι Εβδομήκοντα). Η περίπτωση αυτή παρουσιάζει ενδιαφέρον όχι με τη λογική της εμψύχωσης του εμβρύου από κάποια ηλικία και μετά, αλλά το αν το θανατηφόρο –για το έμβρυο- χτύπημα γίνεται εν γνώσει ή εν αγνοία του ενόχου. Το μέτρο για όλες τις περιπτώσεις φόνων δίνεται από τον πρώτο στίχο της συνάφειας που αφορά τις περιπτώσεις αυτές (χαρακτηριστικό στοιχείο των πρώτων βιβλίων της Π. Διαθήκης, που κατά την παράδοση αποδίδονται στο Μωυσή, είναι το σχήμα: μετάβαση από το γενικό-περιληπτικό σε λεπτομέρειες που αφορούν το ίδιο θέμα, πάντα όμως ακολουθώντας τον «άξονα» που δίνεται στον πρώτο στίχο) «Ἐάν δέ πατάξῃ τίς τινα καί ἀποθάνῃ, θανάτῳ θανατούσθω· ὁ δέ οὐχ ἑκών, ἀλλ’ ὁ Θεός παρέδωκεν εἰς τάς χείρας αὐτοῦ, δώσω σοι τόπον, οὗ φεύξεται ἐκεῖ ὁ φονεύσας» (Εξ. 21,12-13. Ἐάν κάποιος κτυπήσῃ τινά και ἀποθάνῃ, ὁ φονεύς θά τιμωρηθῇ διά θανάτου. Ἐκεῖνος ὅμως ὁ ὁποῖος θά φονεύσῃ χωρίς νά τό θέλῃ, ἀλλά κατά παραχώρησιν Θεοῦ, διά τόν φονέα αὐτόν θά σοῦ ὁρίσω τόπον, ὅπου θά καταφύγῃ). Ο βασικός άξονας που εξετάζεται στίς περιπτώσεις φόνου που καταγράφονται είναι αν ο θάνατος προέρχεται με τη θέληση ή παρά τη θέληση του φονιά. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα κυρίως στις περιπτώσεις που ακολουθούν την περίπτωση της εγκύου, με το θάνατο που προκαλείται από ταύρο. Το αφεντικό του θεωρείται φονιάς, και τιμωρείται ως τέτοιος, μόνο όταν -παρά τις διαμαρτυρίες των συμπολιτών του- το ζώο του θανατώσει άνθρωπο για δεύτερη φορά (Εξ 21,28-30).
Στην περίπτωση του χτυπήματος της εγκύου, είναι άστοχο να φιλολογούμε για το άν το έμβρυο έχει ή δεν έχει ψυχή, αν είναι ή δεν είναι άνθρωπος, γιατί το θέμα της συνάφειας δεν είναι αυτό. Μέσα στο πλαίσιο που προαναφέρθηκε, αυτό που έχει σημασία είναι, αν αυτός που χτυπά, το κάνει έχοντας επίγνωση της κατάστασης της γυναίκας (που αν το έβρυό της είναι «εξεικονισμένο» έχει μπει στον 5ο μήνα, επομένως η εγκυμοσύνη της είναι ορατή) ή αν βρίσκεται στους πρώτους –και πιο ευαίσθητους- μήνες κύησης, άρα ο τύπτων αφενός αγνοεί την κατάστασή της, αφετέρου πολύ πιο εύκολα μπορεί να την οδηγήσει σε αποβολή, χωρίς όμως να το θέλει (εξάλλου βρίσκεται σε διαμάχη με τον άνδρα της, όχι μαζί της).