(c) OrthodoxAnswers.gr
Τετάρτη , 28 Ιούνιος 2017
Ειδοποιήσεις
Αρχική » Μρκ. Κεφ. Β’

Μρκ. Κεφ. Β’

markos euaggelistis

 ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ

κεφ Α’ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β’ κεφ Γ’

Α’  Β’  Γ’  Δ’  Ε’  ΣΤ’ Ζ’  Η’  Θ’  Ι’  ΙΑ’  ΙΒ’  ΙΓ’  ΙΔ’ ΙΕ’  ΙΣΤ’

  • Πρωτότυπο Κείμενο
  • Ερμηνευτική Απόδοση

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Β’

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 2
Ἡ θεραπεία παραλυτικοῦ

1 Καὶ εἰσῆλθε πάλιν εἰς Καπερναοὺμ δι᾿ ἡμερῶν καὶ ἠκούσθη ὅτι εἰς οἶκόν ἐστι.
2 Καὶ εὐθέως συνήχθησαν πολλοί, ὥστε μηκέτι χωρεῖν μηδὲ τὰ πρὸς τὴν θύραν· καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον.
3 Καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν παραλυτικὸν φέροντες, αἰρόμενον ὑπὸ τεσσάρων.
4 Καὶ μὴ δυνάμενοι προσεγγίσαι αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον, ἀπεστέγασαν τὴν στέγην ὅπου ἦν, καὶ ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον, ἐφ᾿ ᾧ ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο.
5 Ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου.
6 Ἦσαν δέ τινες τῶν γραμματέων ἐκεῖ καθήμενοι καὶ διαλογιζόμενοι ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν·
7 τί οὗτος οὕτω λαλεῖ βλασφημίας; τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός;
8 Καὶ εὐθέως ἐπιγνοὺς ὁ Ἰησοῦς τῷ πνεύματι αὐτοῦ ὅτι οὕτως αὐτοὶ διαλογίζονται ἐν ἑαυτοῖς, εἶπεν αὐτοῖς· τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;
9 Τί ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν τῷ παραλυτικῷ, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει;
10 Ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας λέγει τῷ παραλυτικῷ.
11 Σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου.
12 Καὶ ἠγέρθη εὐθέως, καὶ ἄρας τὸν κράβαττον ἐξῆλθεν ἐναντίον πάντων, ὥστε ἐξίστασθαι πάντας καὶ δοξάζειν τὸν Θεὸν λέγοντας ὅτι οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν.

Ἡ κλῆσις τοῦ Λευῒ

13 Καὶ ἐξῆλθε πάλιν παρὰ τὴν θάλασσαν· καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἤρχετο πρὸς αὐτόν, καὶ ἐδίδασκεν αὐτούς.
14 Καὶ παράγων εἶδε Λευῒν τὸν τοῦ Ἀλφαίου, καθήμενον ἐπὶ τὸ τελώνιον, καὶ λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι. Καὶ ἀναστὰς ἠκολούθησεν αὐτῷ·
15 καὶ ἐγένετο ἐν τῷ κατακεῖσθαι αὐτὸν ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ, καὶ πολλοὶ τελῶναι καὶ ἁμαρτωλοὶ συνανέκειντο τῷ Ἰησοῦ καὶ τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· ἦσαν γὰρ πολλοί, καὶ ἠκολούθησαν αὐτῷ.
16 Καὶ οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι ἰδόντες αὐτὸν ἐσθίοντα μετὰ τῶν τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν ἔλεγον τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· τί ὅτι μετὰ τῶν τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν ἐσθίει καὶ πίνει;
17 καὶ ἀκούσας ὁ Ἰησοῦς λέγει αὐτοῖς· οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ᾿ οἱ κακῶς ἔχοντες· οὐκ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν.

Περὶ νηστείας

18 Καὶ ἦσαν οἱ μαθηταὶ Ἰωάννου καὶ οἱ τῶν Φαρισαίων νηστεύοντες. Καὶ ἔρχονται καὶ λέγουσιν αὐτῷ· διατὶ οἱ μαθηταὶ Ἰωάννου καὶ οἱ τῶν Φαρισαίων νηστεύουσιν, οἱ δὲ σοὶ μαθηταὶ οὐ νηστεύουσι;
19 καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· μὴ δύνανται οἱ υἱοὶ τοῦ νυμφῶνος, ἐν ᾧ ὁ νυμφίος μετ᾿ αὐτῶν ἐστι, νηστεύειν; ὅσον χρόνον μεθ᾿ ἑαυτῶν ἔχουσι τὸν νυμφίον, οὐ δύνανται νηστεύειν.
20 Ἐλεύσονται δὲ ἡμέραι ὅταν ἀπαρθῇ ἀπ᾿ αὐτῶν ὁ νυμφίος, καὶ τότε νηστεύσουσιν ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις.
21 Οὐδεὶς ἐπίβλημα ράκους ἀγνάφου ἐπιρράπτει ἐπὶ ἱματίῳ παλαιῷ· εἰ δὲ μήγε, αἴρει τὸ πλήρωμα αὐτοῦ, τὸ καινὸν τοῦ παλαιοῦ, καὶ χεῖρον σχίσμα γίνεται.
22 Καὶ οὐδεὶς βάλλει οἶνον νέον εἰς ἀσκοὺς παλαιούς· εἰ δὲ μή, ρήσσει ὁ οἶνος ὁ νέος τοὺς ἀσκούς, καὶ ὁ οἶνος ἐκχεῖται καὶ οἱ ἀσκοὶ ἀπολοῦνται· ἀλλὰ οἶνον νέον εἰς ἀσκοὺς καινοὺς βλητέον.

Διὰ τὴν τήρησιν τοῦ Σαββάτου

23 Καὶ ἐγένετο παραπορεύεσθαι αὐτὸν ἐν τοῖς σάββασι διὰ τῶν σπορίμων, καὶ ἤρξαντο οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ὁδὸν ποιεῖν τίλλοντες τοὺς στάχυας.
24 Καὶ οἱ Φαρισαῖοι ἔλεγον αὐτῷ· ἴδε τί ποιοῦσιν ἐν τοῖς σάββασιν ὃ οὐκ ἔξεστι.
25 Καὶ αὐτὸς ἔλεγεν αὐτοῖς· οὐδέποτε ἀνέγνωτε τί ἐποίησε Δαυὶδ ὅτε χρείαν ἔσχε καὶ ἐπείνασεν αὐτὸς καὶ οἱ μετ᾿ αὐτοῦ;
26 Πῶς εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ ἐπὶ Ἀβιάθαρ ἀρχιερέως καὶ τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως ἔφαγεν, οὓς οὐκ ἔξεστι φαγεῖν εἰ μὴ τοῖς ἱερεῦσι, καὶ ἔδωκε καὶ τοῖς σὺν αὐτῷ οὖσι;
27 Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· τὸ σάββατον διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐγένετο, οὐχ ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ σάββατον·
28 ὥστε κύριός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ σαββάτου.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Β’

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 2
Ἡ θεραπεία παραλυτικοῦ

1 Ὅταν ὕστερα ἀπὸ λίγες ἡμέρες ἦλθε πάλιν εἰς τὴν Καπερναούμ, διαδόθηκε ὅτι βρίσκεται σὲ κάποιο σπίτι.
2 Καὶ ἀμέσως ἐμαζεύθηκαν πολλοί, ὥστε νὰ μὴν τοὺς χωρῇ πλέον οὔτε ὁ χῶρος ἐμπρὸς εἰς τὴν πόρτα, καὶ τοὺς ἐκήρυττε τὸν λόγον.
3 Καὶ ἔρχονται καὶ τοῦ φέρουν ἕνα παραλυτικόν, τὸν ὁποῖον ἐβάσταζαν τέσσερα πρόσωπα.
4 Καὶ ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν νὰ τὸν πλησιάσουν ἐξ αἰτίας τοῦ πλήθους, ἀφήρεσαν τὴν στέγην, ὅπου εὑρίσκετο, ἔκαναν ἕνα ἄνοιγμα καὶ κατέβασαν τὸ κρεββάτι, ὅπου ἤτανε ξαπλωμένος ὁ παραλυτικός.
5 Ὅταν ὁ Ἰησοῦς εἶδε τὴν πίστιν τους, λέγει εἰς τὸν παραλυτικόν. «Παιδί μου, σοῦ συγχωροῦνται αἱ ἁμαρτίαι».
6 Ἐκάθοντο δὲ ἐκεῖ μερικοὶ ἀπὸ τοὺς γραμματεῖς καὶ ἐσκέπτοντο μέσα τους,
7 «Γιατὶ λέγει αὐτὸς βλασφημίας κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον; Ποιὸς μπορεῖ νὰ συγχωρῇ ἁμαρτίας παρὰ μόνον ἕνας, ὁ Θεός;».
8 Ὁ Ἰησοῦς ἀμέσως ἐκατάλαβε μέσα του ὅτι αὐτὰ σκέπτονται καὶ τοὺς λέγει, «Γιατὶ κάνετε τὶς σκέψεις αὐτὲς μέσα σας;
9 Τὶ εἶναι εὐκολώτερον νὰ πὦ εἰς τὸν παραλυτικόν, «Σοῦ συγχωροῦνται αἱ ἁμαρτίαι» ἢ νὰ πῶ, «Σήκω ἐπάνω καὶ πάρε τὸ κρεββάτι σου καὶ βάδιζε»;
10 Ἀλλὰ διὰ νὰ μάθετε ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἐξουσίαν νὰ συγχωρῇ ἁμαρτίας ἐπὶ τῆς γῆς» – λέγει εἰς τὸν παραλυτικόν,
11 «Σοῦ λέγω, σήκω ἐπάνω καὶ πάρε τὸ κρεββάτι σου καὶ πήγαινε εἰς τὸ σπίτι σου».
12 Καὶ ἐσηκώθηκε ἀμέσως καὶ ἀφοῦ ἐσήκωσε τὸ κρεββάτι ἐβγῆκε ὑπὸ τὰ βλέμματα ὅλων, ὥστε νὰ ἐκπλαγοῦν ὅλοι καὶ νὰ δοξάζουν τὸν Θεὸν καὶ νὰ λέγουν, «Ποτὲ δὲν εἴδαμε τέτοια πράγματα».

Ἡ κλῆσις τοῦ Λευΐ

13 Καὶ ἐβγῆκε πάλιν πρὸς τὴν λίμνην. Καὶ ὅλος ὁ κόσμος ἐρχότανε εἰς αὐτὸν καὶ τοὺς ἐδίδασκε.
14 Καὶ ἐνῷ ἐβάδιζε, εἶδε τὸν Λευΐν, τὸν υἱὸν τοῦ Ἀλφαίου, νὰ κάθεται εἰς τὸ τελωνεῖον καὶ τοῦ λέγει, «Ἀκολούθησέ με». Καὶ αὐτὸς ἐσηκώθηκε καὶ τὸν ἀκολούθησε.
15 Καὶ ἐνῷ ἐκαθότανε εἰς τὸ τραπέζι εἰς τὸ σπίτι τοῦ Λευΐ, πολλοὶ τελῶναι καὶ ἁμαρτωλοὶ ἔτρωγαν μαζί μὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ τοὺς μαθητάς του. Διότι ἦσαν πολλοὶ ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσαν.
16 Οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι ὅταν τὸν εἶδαν νὰ τρώγῃ μαζὶ μὲ τοὺς τελώνας καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς, ἔλεγαν εἰς τοὺς μαθητάς του, «Γιατὶ τρώγει καὶ πίνει μὲ τοὺς τελώνας καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς;».
17 Ὅταν ἄκουσε αὐτὸ ὁ Ἰησοῦς, τοὺς λέγει, «Δὲν ἔχουν ἀνάγκην ἀπὸ ἱατρὸν οἱ ὑγιεῖς ἀλλ’ οἱ ἀσθενεῖς. Δὲν ἦλθα νὰ καλέσω δικαίους ἀλλ’ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν».

Περὶ νηστείας

18 Ὅταν οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἰωάννου καὶ οἱ Φαρισαῖοι ἐνήστευαν, ἔρχονται μερικοὶ καὶ τοῦ λέγουν, «Γιατὶ οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἰωάννου καὶ οἱ μαθηταὶ τῶν Φαρισαίων νηστεύουν, ἐνῷ οἱ μαθηταί σου δὲν νηστεύουν;».
19 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε, «Μποροῦν οἱ καλεσμένοι εἰς γάμον νὰ νηστεύουν, ὅσον καιρὸ εἶναι μαζί τους ὁ γαμβρός; Ὅσον χρόνον ἔχουν τὸν γαμβρὸν μαζί τους δὲν μποροῦν νὰ νηστεύουν.
20 Θὰ ἔλθουν ὅμως ἡμέραι, ποὺ θὰ τοὺς πάρουν τὸν γαμβρόν, καὶ τότε θὰ νηστέψουν τὰς ἡμέρας ἐκείνας.
21 Κανεὶς δὲν ράβει ἐπάνω σὲ παληὸ ἔνδυμα μπάλωμα ἀπὸ ὕφασμα καινούργιο, διότι ἀλλοιῶς τὸ συμπλήρωμα τὸ καινούργιο τραβᾶ τὸ παληὸ καὶ τὶ σχίσιμο γίνεται χειρότερο.
22 Καὶ κανεὶς δὲν βάζει καινούργιο κρασί σὲ παληὰ ἀσκιά· ἀλλοιῶς τὸ κρασὶ θὰ σχίσῃ τὰ ἀσκιά, καὶ τὸ κρασὶ θὰ χυθῇ καὶ τὰ ἀσκιὰ θὰ καταστραφοῦν, ἀλλὰ τὸ καινούργιο κρασὶ πρέπει νὰ τὸ βάζουν σὲ καινούργια ἀσκιά».

Διὰ τὴν τήρησιν τοῦ Σαββάτου

23 Ἕνα Σάββατον συνέβη νὰ βαδίζῃ μέσα σὲ σπαρμένα χωράφια, καὶ οἱ μαθηταί του, κατὰ τὴν πορείαν, ἄρχισαν νὰ κόβουν τὰ στάχυα.
24 Καὶ οἱ Φαρισαῖοι τοῦ ἔλεγαν, «Νά, τὶ κάνουν τὸ Σάββατον, πρᾶγμα ποὺ δὲν ἐπιτρέπεται».
25 Καὶ λέγει εἰς αὐτούς, «Ποτὲ δὲν ἐδιαβάσατε τὶ ἔκανε ὁ Δαυΐδ, ὅταν εὑρέθηκε εἰς ἀνάγκην καὶ ἐπείνασε αὐτὸς καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἦσαν μαζί του;
26 Πῶς ἐμπῆκε εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ ὅταν ἦτο ἀρχιερεὺς ὁ Ἀβιάθαρ, καὶ ἔφαγε τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως, τοὺς ὁποίους δὲν ἐπιτρέπεται κανεὶς ἄλλος νὰ φάγῃ παρὰ μόνον οἱ ἱερεῖς, καὶ ἔδωκε καὶ εἰς ἐκείνους, ποὺ ἦσαν μαζί του;».
27 Καὶ προσέθεσε, «Τὸ Σάββατον ἔγινε διὰ τὸν ἄνθρωπον καὶ ὄχι ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ Σάββατον. Ὥστε ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι κύριος τοῦ Σαββάτου».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

(c) orthodoxanswers.gr Το παρόν site είναι αφιερωμένο στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και στην υπερευλογημένη Θεοτόκο.
Με την χάρη του Τριαδικού Θεού οι "Ορθόδοξες Απαντήσεις" βρίσκονται στο διαδίκτυο από το 2006.