Το ηθικό μεγαλείο των αγωνιστών του 1821 – Πασιφανής η πνευματική και εθνική προσφορά της Εκκλησίας στον Ελληνισμό
Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου
25η ΜΑΡΤΙΟΥ: ΔΙΠΛΗ ΕΘΝΙΚΗ ΓΙΟΡΤΗ
1ον: Ευαγγελισμός Θεοτόκου (‘Χαίρε Κεχαριτωμένη. Ο Κύριος μετά σου’), λύτρωση της ανθρωπότητας πνευματική, δια του Θεανθρώπου, και
2ον: Πανηγυρίζουμε την ηρωική επανάσταση του 1821, κατά την οποία η Ελλάδα αποτίναξε το ζυγό της σκληρής δουλείας τεσσάρων περίπου αιώνων. Πνευματική ελευθερία από τη μια, πολιτική ελευθερία από την άλλη, δεν διαχωρίζονται στη ζωή των Ελλήνων, αλλά πορεύονται αλληλένδετες στην ιστορία, αφού άλλωστε και κάθε άνθρωπος είναι ταυτόχρονα ηθικό και πολιτικό όν και τα δύο αυτά είδη των ελευθεριών είναι θεόσδοτα δώρα πολύ μεγάλης σημασίας.
ΑΠΑΡΑΜΙΛΛΟ ΤΟ ΗΘΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΟΥ 1821. Μερικά παραδείγματα:
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ:
Μετά τη νίκη στο Βαλτέτσι διέταξε νηστεία (13 Μαΐου 1821 – Τετάρτη). Αφού αποφυλακίστηκε από το Ναύπλιο (1835), ομολόγησε με ανεξικακία: «Έλληνες… έριξα στη θάλασσα τα πικρά, τα περασμένα. Κάντε και εσείς το ίδιο» (βλ. Αποστολ. Διακονίας: Πίστις και Ζωή, Αθ. 1964). Μεγάλη η συγχωρητικότητά του: Περιποιήθηκε και παρέθεσε γεύμα στο φονιά του αδελφού του. Έπεισε τη μητέρα του ότι αυτό είναι το καλύτερο μνημόσυνο του γιου της (Ιω. Αλεξίου, Πνοές Πίστεως, Αθ. 1971, Ήρωες του Εικοσιένα, Αθ. 1957). Κάθε Κυριακή παρακολουθούσαν τη Λειτουργία αυτός και όλη η οικογένειά του (7 άτομα). Ιστορική παρέμεινε η ομιλία του (1838) στους μαθητές Γυμνασίου Αθηνών: «Να έχετε για θεμέλια της πολιτείας την ομόνοια, την θρησκεία… και την ελευθερία».
ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ:
Η αγνότερη μορφή του αγώνα. Έδιωξε υψηλό επισκέπτη από το σπίτι του γιατί εκφράστηκε απρεπώς για τα Θεία. Στα Απομνημονεύματά του (Β΄ Τόμος) γράφει: «Όταν μου πειράζουν την πατρίδα μου και θρησκεία μου, θα μιλήσω, θα ενεργήσω κι ό,τι θέλουν ας μου κάμουν”. Και πάλι: «΄Εγραψα γυμνή την αλήθεια, να ειδούνε όλοι οι ΄Ελληνες ν’ αγωνίζονται διά την πατρίδα τους, διά την θρησκεία τους, να ιδούνε και τα παιδιά μου και να λένε: «΄Εχομεν αγώνες πατρικούς, έχομεν θυσίες», αν είναι αγώνες και θυσίες. Και να μπαίνουν σε φιλοτιμίαν και να εργάζωνται εις το καλό της πατρίδας τους, της θρησκείας τους και της κοινωνίας». Ο αγωνιστής Μακρυγιάννης έλεγε: «Χωρίς πίστη στη θρησκεία τους, έθνη δεν υπάρχουν» και «δυνατός ο Θεός όπου μας προστατεύει».
Πυρπολητής ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΝΑΡΗΣ:
Πριν υπερασπίσει τη Χίο με 42 ναύτες του, μετέλαβε σε ναό των Ψαρών των αχράντων μυστηρίων. «Μια δύναμη θεϊκή με γιγάντωσε», είπε (βλ. Αποστολ. Διακονίας, Ο Δρόμος της ζωής, Αθ. 1960). Μετά την ανατίναξη της ναυαρχίδας του Καρά Αλή στη Χίο, 1822, μετέβη σε εξωκκλήσι και πάλι των Ψαρών για να ευχαριστήσει τον Κύριο των Δυνάμεων. Μετά την νίκη του στα στενά της Τενέδου (1822) κατέθεσε τον στέφανο που του προσέφεραν οι δημογέροντες στην εικόνα της Θεοτόκου και αφού εξομολογήθηκε κοινώνησε. Το 1865 ο ναύαρχος ως Πρωθυπουργός ματαίωσε γκρέμισμα ιστορικού ναού της Καπνικαρέας, λέγοντας: «Εμείς θα κτίσουμε Εκκλησίες, δεν θα τις γκρεμίσουμε». Στην Κυψέλη είχε ιδιόκτητο ναό και στην Εκκλησία πήγαινε κάθε Κυριακή. Το στασίδι του Κανάρη βρίσκεται στον ναό των Αγίων Αποστόλων Κυψέλης.
Ναύαρχος ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΙΑΟΥΛΗΣ:
Ευλαβείτο ιδιαίτερα τον Τίμιο Σταυρό. Μέχρι σήμερα σώζεται στην Ύδρα ο Σταυρός του Μιαούλη. Πάνω Του έγραψε οριζοντίως τις λέξεις: ‘Σταυρός, πιστών το στήριγμα’, και καθέτως: ‘Σταυρού τύπος, εχθροίς τρόμος’. Στο μέσο: ‘Ιησούς Χριστός νικά’. Τον σταυρό αυτόν, διαστάσεως 60 εκατοστών, είχε υψωμένο πάνω στον ιστό της ναυαρχίδας του ΑΡΗΣ. Το Σεπτέμβριο του 1822, μετά την καταστροφή της Χίου, τον μετέφερε δια μέσου των Κυκλάδων στην Ύδρα. Τον υποδέχθηκαν με νηστείες και προσευχές. Αγαπούσε πολύ τον Δεσπότη Χριστό και τον ονόμαζε ‘Κηδεμόνα της Ελλάδος’.
Η αυτοθυσία των γυναικών του ΖΑΛΟΓΓΟΥ:
Παγκοσμίως γνωστή είναι και η αυτοθυσία των γυναικών του Ζαλόγγου (Σουλίου, Κεντρικής Ηπείρου) και της Αραπίτσας (Νάουσας, Κεντρικής Μακεδονίας), φωτεινά παραδείγματα αγνότητας, τιμής, εντιμότητας.
Το ηρωικό ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ (δυτική στερεά Ελλάδα):
Από ανωτερότητα ο ήρωας Μάρκος Μπότσαρης κατέστρεψε εδώ το δίπλωμα Στρατηγού που του πρόσφερε η τότε Ελληνική κυβέρνηση. Το Μεσολόγγι ακτινοβολεί ιδέες αμάραντες. Πρόκειται για το συγκινητικότερο δράμα της Ελληνικής επαναστάσεως (Κιουταχής πασάς, Ιμπραήμ). Το Σάββατο του Λαζάρου, του 1826, έγινε ο τελευταίος εκκλησιασμός των Μεσολογγιτών και η τελευταία τους Θεία Κοινωνία.
Να μην ξεχνάμε ότι και η μαρτυρική ΧΙΟΣ πρόσφερε στο βωμό της υπέρτατης θυσίας 23.000 γυναικόπαιδα (για τα ανωτέρω βλ. ιδίως «25 ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ», Νικολάου Νευράκη, Αθ. 1975).
Η ΣΥΝΔΕΣΗ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ – ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Είναι πασιφανής στην ιστορία η ανωτέρω διπλή αλήθεια. Για τον Ρώσο ιστορικό Ostrogorsky «ο ελληνικός πολιτισμός παρέμεινε πάντα το θεμέλιο της πνευματικής ζωής» στο Βυζάντιο. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, το Πατριαρχείο ήταν που φρόντιζε για την παιδεία του Γένους. Έλληνες λόγιοι κληρικοί δίδαξαν, πρώτοι αυτοί, θετικές επιστήμες, αστρονομία, χημεία και φυσική σε χρόνια αμάθειας (Ευγένιος Βούλγαρης, Νικηφόρος Θεοτόκης, Μεθόδιος Ανθρακίτης, Βενιαμίν Λέσβιος κ.α.). Η Εκκλησία διαφύλαξε τα ιδανικά, την παράδοση, τη γλώσσα των Ελλήνων. Εμψύχωσε, παρηγόρησε, πρωτοστάτησε στους αγώνες για ανεξαρτησία. «Υπήρξε η κατευθυντήρια γραμμή του έθνους», συμμετείχε «σ’ όλες τις εξεγέρσεις», παρουσίασε σωρεία νεομαρτύρων, «που είναι ήρωες καί της χριστιανικής πίστης καί της εθνικής αντίστασης», κατά τον μαρξιστή ιστορικό Νίκο Σβορώνο. Ο Πουκεβίλ, γάλλος πρόξενος, σημειώνει ότι 6.000 ρασοφόροι έπεσαν στον αγώνα για ελευθερία. Αλλά και ο Πρόξενος της Ιταλίας, Ντομένικο Οριγκόνο, αναφέρει ότι οι Τούρκοι προσπαθούσαν να συλλάβουν τους περισσότερους ιερείς, θεωρώντας τους εμψυχωτές της επανάστασης. Τουλάχιστον 80 επίσκοποι ήταν μέλη της «Φιλικής Εταιρείας». Πολυάριθμοι κληρικοί και 100 μητροπολίτες σφαγιάστηκαν στο όνομα της ελευθερίας (γνωστότεροι οι εξής: Γρηγόριος Ε΄, Κύπρου Κυπριανός, Σαλώνων Ησαΐας, Παπαφλέσσας, Αθανάσιος Διάκος κ.α.).
Στα 400 χρόνια σκλαβιάς δίδαξαν 1.500 δάσκαλοι από τους οποίους οι 1.000 ήσαν κληρικοί. Ο ακαδημαϊκός Δ. Κόκκινος γράφει: «Ο παπάς κάτω από το ράκος του ράσου του κρατεί το Ψαλτήρι και πηγαίνει να μάθη τα παιδιά να διαβάζουν …. Ο κλήρος υπήρξεν καί ο οδηγός του Έθνους καί το στήριγμά του». Ο Ρήγας βροντοφώνησε: «Ελάτε μ’ ένα ζήλο σε τούτο τον καιρό, να κάμωμεν τον όρκο επάνω στο Σταυρό». Ο Κοραής τόνισε: «Μόνο του Ευαγγελίου η δύναμις ημπορεί να σώση την αυτονομίαν του γένους». Ο Εμμ. Ξάνθος ομολόγησε: «Την επανάστασιν εκίνησαν και ενεψύχωσαν οι κληρικοί… άνευ των οποίων ο λαός δεν ήθελε κινηθεί». Ο Αλ. Υψηλάντης στην προκήρυξή του έγραφε: «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Ο Θ. Κολοκοτρώνης όπως είδαμε είχε την ελπίδα του για τη λύτρωση του γένους στους Έλληνες και τον Ύψιστο Θεό. Ο ακαδημαϊκός Σπ. Μελάς (αλλά και ο σοφός Σπ. Ζαμπέλιος, ο Κ. Παπαρρηγόπουλος κ.α.) προσυπέγραψαν στα έργα τους ότι μοναδική υπήρξε πάντοτε η σύνδεση Ελληνισμού-Χριστιανισμού και η σωτηρία δια της Εκκλησίας.
Όσον αφορά την ύπαρξη «κρυφών σχολείων», αυτά λειτούργησαν στις περιοχές και περιόδους εκείνες όπου οι Τούρκοι «μάχονταν τους καλόγερους και τα γράμματα». Ιδίως μεταξύ 1480-1530 δεν φαίνεται να λειτουργούσαν ελληνικά σχολεία σε περιοχές υπό Οθωμανικό ζυγό, αλλά μαθήματα γίνονταν σε παιδιά από ορισμένους κληρικούς (βλ. Κάτσικα-Θεριανού, Ιστορία της νεοελληνικής εκπαίδευσης, εκδ. Σαββάλας, 2004). Μάλιστα, ο Κ. Κούμας (1777-1836), λόγιος δάσκαλος του Γένους, πληροφορεί ότι ο Αλή Πασάς δεν επέτρεπε τη λειτουργία σχολείων σε περιοχές της δικαιοδοσίας του. Διασώζεται και προφορική παράδοση (αλλά και αναγνωστικά παιδιών που ήταν βιβλία της Εκκλησίας) για μοναστήρια και ερημοκλήσια που κρυφά προσέφεραν στην παιδεία των Ελλήνων, όπως Μονή Προυσσού στην Ευρυτανία, Μονή Φιλοσόφου στην Αρκαδία, Μονή Φιλανθρωπινών στα Ιωάννινα, Μονή Πεντέλης στην Αττική κ.α.
Όχι μόνο λοιπόν στο Σύνταγμα της Επιδαύρου αναφέρεται ότι «Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της επικράτειας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν εισί Έλληνες» (1822), αλλά και μέχρι σήμερα η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία στάθηκε στο πλευρό του Έθνους στους αγώνες του: 1821, Μακεδονικός, Μικρασιατική εκστρατεία, 1940). Η Εκκλησία της Ελλάδος παρέσχε πλήθος μαρτύρων – κληρικών για τους οποίους καυχάται. Είναι κρίμα επομένως να διαστρέφεται η ιστορία και να ερμηνεύεται μονόπλευρα, κατά πως θέλουν ορισμένοι, και σύμφωνα με μυωπικά, ορθολογιστικά ή αθεϊστικά «γυαλιά». Κλήρος και λαός ήταν και είναι πάντα «ένα» στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Το δέντρο της ελευθερίας ποτίστηκε από το αίμα χιλιάδων αγωνιστών, ιερωμένων και λαϊκών. Ο μάρτυρας και ο ήρωας είναι αδέλφια. Όπου υπήρξαν λάθη, διχόνοιες, αδυναμίες, προδοσίες, αυτά ήταν πάντα η εξαίρεση που ενδυνάμωνε τον κανόνα. Στην πνευματική ανασυγκρότηση των Ελλήνων, πολύ συνέβαλε η αλήθεια της Εκκλησίας. Η χριστιανική ζωή αγκαλιάζει όλους τους τομείς της καθημερινότητας και απέδειξε σ’ όλη την ιστορία ότι τα ιδανικά της θυσίας, του αλτρουισμού, της φιλοπατρίας, της έμπρακτης αγάπης, των αγώνων για έναν καλύτερο κόσμο, είναι πανανθρώπινες αξίες, που ως από πηγή ενισχύονται ουρανόθεν (για πολλές και χρήσιμες συνοπτικά πληροφορίες γύρω από την χριστιανική και ελληνική ιστορία βλ. ‘ΜΙΑ ΤΑΞΗ ΓΕΜΑΤΗ ΑΠΟΡΙΕΣ’, Ανδρέα Κεφαλληνιάδη, εκδ. Φωτοδότες, απ’ όπου αντλήσαμε αρκετά).
Μοναδική λοιπόν η πνευματική μας κληρονομιά. Μεγάλο το χρέος μας απέναντι στην πατρίδα και στην ιστορία. Να εμπνευστούμε από την ζωντανή πίστη και το ήθος των αθανάτων ηρώων της φυλής μας. Να ηχούν πάντοτε στ’ αυτιά μας τα σπουδαία λόγια του εθνικού μας ποιητή, Κωστή Παλαμά: «Αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλο κανένα: Μεθύστε με τ’ αθάνατο κρασί του Εικοσιένα!» (βλ. Νικολάου Νευράκη, ‘25 Πανηγυρικοί Λόγοι’, Αθ. 1975).
Εικόνα από: www.eypspkm.gr
πηγή : προσωπικό email