Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: Λόγος Γ΄ – Προς τους καλέσαντας και μη απαντήσαντας
. Πόσον απρόθυμοι είσθε, αγαπητοί φίλοι και αδελφοί, εις τους λόγους μου, μολονότι είσθε πρόθυμοι εις το να με βασανίσετε και να με αποσπάσετε από το καταφύγιό μου, από την ερημίαν, την οποία επροτίμησα από όλα τα άλλα και την εθαύμασα ιδιαιτέρως, και την εθεώρησα πολυτιμοτέραν από ολόκληρον την περιουσίαν μου, επειδή είναι μητέρα και συνεργός της αναβάσεως προς τον Θεόν και θεοποιεί!
Πώς περιφρονείτε, αφού το απεκτήσατε, εκείνο το οποίον εποθείτε πολύ, και έχετε αποδειχθεί καλύτεροι όταν με εποθείτε, όταν δεν ήμουν παρών, από τώρα, οπότε ημπορείτε να απολαύσετε την παρουσίαν μου, ωσάν να επροτιμούσατε να συνεχίσω την ασκητικήν ζωή μου, παρά να ωφεληθείτε από αυτήν; Ή, μου φαίνεται σωστόν να είπω και το εξής: Εχορτάσατε από εμέ(2) προτού καν με δοκιμάσετε και με γνωρίσετε καλά, πράγμα το οποίο είναι πολύ παράδοξον.
2. Και δεν με επεριποιηθήκατε ως ξένον, ή, δια να είπω κάτι πιο ελαφρόν, δεν συγκεντρωθήκατε μαζί μου, σεβόμενοι, αν όχι τίποτε άλλο, τουλάχιστον την εντολήν(3). Ούτε με εκαθοδηγήσατε, ενώ εσείς είχατε την αρχήν, ούτε μου εδώσατε θάρρος, ενώ ήμουν δειλός, ούτε με επαρηγορήσατε επειδή είχα εξαναγκασθεί, αλλά μου αφαιρέσατε την χαράν από την εορτήν – διστάζω βέβαια να το είπω, αλλά θα το είπω – και με υποδεχθήκατε με όχι καλάς πρώτας ενυτπώσεις. Και ανεμίξατε εις την πανήγυριν την λύπην, πράγμα σοβαρότατον, διότι εις την χαράν αυτήν δεν συμμετέχετε σεις, οι νικηταί μου, διότι δεν θα ήτο αληθές να σας ονομάσω εραστάς μου. Με τέτοια ευκολίαν περιφρονείται, δυστυχώς, κάθε τι το οποίον κατακτάται εύκολα. Και η μεν υψηλοφροσύνη εκτιμάται, ενώ στερείται κάθε τιμής η ταπείνωσις ενώπιον του Θεού.
3. Τι θέλετε; Να κριθώ από σας ή να γίνω κριτής σας; Να εκφέρω την κρίσιν μου ή να δεχθώ την ιδικήν σας; Διότι ελπίζω να νικήσω, αν με κρίνετε, ενώ αν σας κρίνω, δικαίως θα με καταδικάσετε. Το αδίκημά σας δε είναι το ότι δεν ανταποκρίνεσθε όπως έπρεπε εις την αγάπην μου, ούτε με τιμάτε δια την υπακοήν την οποία έδειξα, ούτε μου «παρέχετε» με την τωρινή σας προθυμία εγγύησιν δια το μέλλον, το οποίο μόνον όταν υπάρξει προθυμία εις την αρχήν μπορεί να θεωρηθεί ως σίγουρον, επειδή κάθε άνθρωπος έχει περισσότερον ζήλον όταν αρχίζει κάτι. Σεις δε, ο καθένας χωριστά, προτιμάτε κάτι διαφορετικόν από τον παλαιόν και τον νέον ποιμένα, και δεν σέβεσθε ούτε τον γέροντα, ούτε προσκαλείτε κοντά σας τον νέον.
4. Εις τα Ευαγγέλια περιγράφεται ένα δείπνον(4) εις το οποίον ο οικοδεσπότης είναι καλός και πρόσχαρος, υπάρχουν φίλοι, και το συμπόσιο είναι πολύ ευχάριστον διότι γίνεται ο γάμος του υιού. Και ο μεν οικοδεσπότης προσκαλεί, αλλά οι προσκεκλημένοι δεν έρχονται και ο οικοδεσπότης καταλαμβάνεται από αγανάκτησιν. Και θα παραλείψω τα ενδιάμεσα, διότι δεν είναι ευχάριστα, αλλά θα είπω κάτι πιο ήπιο, ότι δηλαδή συμπληρώνει το συμπόσιο με άλλους. Αυτό μεν λοιπόν δεν ευχόμεθα να συμβεί. Σεις δε εφερθήκατε προς εμέ με τόσην υψηλοφροσύνην και έπαρσιν – πώς να το είπω πιο ήπια; – αφού οι μεν προσκεκλημένοι του δείπνου αγανακτούν και προσβάλλουν τον οικοδεσπότη, ενώ εσείς δεν είσθε ξένοι ούτε προσκεκλημένοι εις τους γάμους, και ενώ σεις οι ίδιοι με έχετε προσκαλέσει και με έχετε δέσει εις την ιεράν αυτήν τράπεζαν, και μου έχετε δείξει την λαμπρότητα του νυμφώνος, με έχετε εγκαταλείψει μετά. αυτό είναι το κατόρθωμά σας. Έχετε διασπαρεί και έχετε απομακρυνθεί, χωρίς να δώσετε μεγάλην σημασίαν εις τον γάμον και εις τον νυμφίον, άλλος δια να πάει στο χωράφι του, άλλος εις την νεόνυμφον γυναίκα του και άλλος δια κάτι άλλο ασήμαντον.
5. Δια τούτο έχω κυριευθεί από λύπη και αμηχανία. Διότι δεν θα αποσιωπήσω ότι έπαθα. Και συνεκράτησα μεν δι’ ολίγον τον λόγον, τον οποίον εσκεπτόμουν να προσφέρω ως δώρον εις τον γάμον, διότι ήτο ό,τι καλύτερον και πολυτιμότερον είχα. Έχω καταφερθεί δε δι’ ολίγον εναντίον σας, των αγαπητών μου φίλων, επειδή έχω αναγκασθεί να το πράξω. Επειδή λοιπόν έχω καταπιασθεί με τόσο λαμπρόν θέμα και μου ακονίζει την γλώσσαν η αγάπη, η οποία είναι επιρρεπής και πλουσία εις κατηγορίας, όταν μετατραπεί εις ζήλον, έχω δεχθεί απροσδόκητον λύπην από την υψηλοφροσύνη σας. Εάν κάποιος από σας, ενώ κατελήφθη από οίστρον (να μιλήσει) δεν του έδωσαν σημασίαν, γνωρίζει πόσον φοβερόν είναι τούτο και θα με συγχωρήσει δι’ αυτό που έπαθα, να φθάσω δηλαδή και μέχρι του σημείου να παραφερθώ.
6. Αλλά εγώ μεν δεν επιτρέπεται ούτε και τώρα να σας κατηγορήσω, και εύχομαι ποτέ άλλοτε να μην συμβεί κάτι τέτοιο. Και σήμερα μεν ίσως να έχω καταφερθεί περισσότερον από όσο έπρεπε εναντίον του ιερού ποιμνίου, των αξιεπαίνων προβάτων του Χριστού, της θείας κληρονομίας, χάρις εις την οποία και συ είσαι πλούσιος, Πατέρα(5), έστω και αν είσαι πτωχός. Και νομίζω ότι σου ταιριάζουν εκείνοι οι λόγοι της Γραφής: «τα όρια του κλήρου μου έπεσαν εις τα πιο καλά χωράφια και δι’ αυτό με ευχαριστεί πάρα πολύ η κληρονομία μου»(6). Και δεν θα παραλείψω να είπω ότι οι πολυάριθμες πόλεις και τα πλέον πολυάριθμα ποίμνια δεν έχουν τίποτε περισσότερο από ημάς τους ολίγους, οι οποίοι καταγόμεθα από την πιο μικράν από τας φυλάς του Ισραήλ, από τας ελαχίστας χιλιάδας της φυλής Ιούδα, από την ασήμαντον μεταξύ των πόλεων Βηθλεέμ, εις την οποίαν γεννάται ο Χριστός(7), ο οποίος από τώρα και από την αρχήν έχει γίνει κατανοητός καλώς και του αποδίδεται σεβασμός από εκείνους οι οποίοι υψώνουν τον Πατέρα και συνανυψώνουν μαζί του τον Υιόν και συνδοξάζουν το Άγιον Πνεύμα. Ούτοι διαθέτουν ομοψυχίαν, πιστεύουν το ίδιο πράγμα(8) και ούτε αφαιρούν ούτε προσθέτουν τίποτε εις την Τριάδα, ούτε την διαιρούν όπως κάνουν εκείνοι οι οποίοι κακώς διαιρούν και μετρούν την θεότητα και ισχυρίζονται ότι το εν πρόσωπον είναι ανώτερο από τα άλλα και με τον τρόπον αυτόν μειώνουν και καθυβρίζουν ολόκληρον την Τριάδα.
7. Σεις δε, εάν μου επιτρέπετε, ο αγρός μου, η άμπελός μου, τα σπλάγχνα μου(9), ή, καλύτερα του κοινού πατρός μας, τους οποίους έχει γεννήσει ούτος εις τον Χριστόν δια του Ευαγγελίου(10), ας εντρέπεσθε και εμέ, όπως είναι δίκαιον, ο οποίος επροτίμησα εσάς από ο,τιδήποτε άλλο. Εσείς είσθε μάρτυρες και εκείνοι οι οποίοι μου ανέθεσαν την αρχηγία ή την υπηρεσίαν αυτήν. Και αν οφείλονται περισσότερα εις εκείνον ο οποίος έχει αγαπήσει περισσότερον(11), πώς θα μετρήσω την αγάπη την οποία μου οφείλετε δια την ιδικήν μου; Πρέπει να εντρέπεσθε δε περισσότερον τους εαυτούς σας και την εικόνα την οποία σας έχουν εμπιστευθεί, και εκείνον ο οποίος σας την ενεπιστεύθη, και τα πάθη του Χριστού, και τα ελπίδας αι οποίαι πηγάζουν από αυτά, διατηρούντες την πίστην την οποίαν έχετε παραλάβει και με την οποίαν έχετε ανατραφεί, και με την οποίαν σώζεσθε και έχετε καθήκον να σώζετε και άλλους. Διότι δεν ημπορούν πολλοί – αυτό το γνωρίζετε καλά – να καυχηθούν όπως εσείς. Ευσέβεια δε δεν είναι το να ομιλείτε συχνά δια τον Θεόν, αλλά το να είσθε διατεθειμένοι να σωπαίνετε περισσότερον. Διότι η γλώσσα, όταν δεν κατευθύνεται από την λογικήν, είναι εκείνη η οποία προξενεί τα περισσότερα ολισθήματα εις τους ανθρώπους. Και να πιστεύετε ότι η ακοή είναι πάντοτε πιο ακίνδυνη από τον λόγον και ότι είναι πιο ευχάριστο να μαθαίνει κανείς κάτι παρά να διδάσκει δια τον Θεόν, αφήνοντες την λεπτομερεστέραν εξέτασιν των πραγμάτων αυτών εις εκείνους οι οποίοι έχουν ως έργον των να ομιλούν. Εσείς δε ας δείχνετε μεν με τον λόγον ολιγοτέραν ευσέβειαν και περισσοτέραν με τα έργα, και με την τήρηση των εντολών καλύτερα, παρά με το να θαυμάζετε τον νομοθέτην και να επιδεικνύετε με λόγους την αγάπην σας. Αποφεύγετε την κακίαν και επιδιώκετε την αρετήν, διακρινόμενοι δια τον πνευματικόν σας ζήλον(12), ακολουθούντες το Πνεύμα, λαμβάνοντες από αυτό την γνώσιν και χρησιμοποιούντες αυτό ως θεμέλιον την πίστην και όχι ξύλα, ή χόρτα, ή καλάμια(13) (υλικά χωρίς αντοχή τα οποία εύκολα καταστρέφονται, όταν θα δοκιμασθούν τα έργα μας από την φωτιά ή όταν θα καθαρισθούν), αλλά χρυσόν, άργυρον και πολυτίμους λίθους, υλικά τα οποία διατηρούνται και αντέχουν.
8. Αυτά να πράττετε και με αυτά ας μας τιμάτε, είτε είμεθα παρόντες, είτε είμεθα απόντες, είτε χρησιμοποιούντες τους λόγους μας, είτε κάνοντες κάτι άλλο προτιμότερον. Και ας γίνεσθε τέκνα του Θεού καθαρά και αμόλυντα, εις το μέσον γενεάς κακής και διεστραμμένης(14). Και ας μη περιπλέκεσθε μέσα εις τα δίκτυα των ασεβών οι οποίοι σας περικυκλώνουν, ούτε να περισφίγγεσθε από τα πολλά προσωπικά σας αμαρτήματα(15), ούτε να καταπνίγεται ο λογισμός σας από τας βιοτικάς φροντίδας και να γίνεσθε άκαρποι(16). Αλλά να πορεύεσθε την βασιλικήν οδόν(17), χωρίς να αποκλίνετε ούτε προς τα δεξιά ούτε προς τα αριστερά, και να οδηγείσθε από το Πνεύμα ανάμεσα από την στενή πύλη, ωσάν να ήταν φαρδεία. Έτσι η θέση σας θα είναι καλή και εδώ και κατά την εκεί κρίσιν, δια της δυνάμεως του Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών, εις τον οποίον ανήκει η δόξα εις τους αιώνας. Αμήν!
*********************** **********************
1. Σε ορισμένους κώδικες ο πλήρης τίτλος του λόγου είναι διαφορετικός. «Προς τους καλέσαντας εν τη αρχή του πρεσβυτέρου και μη απαντήσαντας εν τω Πάσχα», ή «Προς τους καλέσαντας εν τη αρχή και μη απαντήσαντας μετά το γενέσθαι πρεσβύτερον» (Προς εκείνους οι οποίοι με εκάλεσαν εις το αξίωμα, αλλά δεν έσπευσαν να με προϋπαντήσουν μετά την χειροτονία μου εις πρεσβύτερον), ο οποίος είναι οπωσδήποτε σαφέστερος. Ο τίτλος της PG, παρά ταύτα, διατηρείται ως ποιητικότερος.
2. Βλ. Ησ. 1, 14.
3. Ο Γρηγόριος αναφέρεται εις τους λόγους του Κυρίου κατά την β΄ Παρουσίαν (Ματθ. 25, 35).
4. Λουκ. 14, 16 κ.ε., Ματθ. 22, 2 κ.ε.
5. Ο Γρηγόριος απευθύνει τους λόγους τούτους προς τον πατέρα του, όπως σημειώνεται και εις το περιθώριον ενός κώδικα: «Τούτο προς τον πατέρα φησί».
6. Ψαλμ. 15, 6.
7. Ματθ. 2, 1κ.ε.
8. Βλ. Φιλιπ. 2, 2.
9. Φιλ. 12.
10. Πρβλ. Α΄ Κορ. 4, 15.
11. Βλ. Λουκ. 7, 47.
12. Ρωμ. 12, 11.
13. Βλ. Α΄ Κορ. 3, 11-12.
14. Φιλιπ. 2, 15.
15. Βλ. Παροιμ. 5, 22.
16. Ματθ. 13, 22.
17. Αριθμ. 21, 22.