Κατά το δόγμα του πνευματικού νόμου, πού είναι το πηδάλιο μας, μανθάνομε ότι τίποτε δε συμβαίνει τυχαία. Ο Ιησούς μας για το θέμα αυτό αποφαίνεται σαφώς: «Καί αἵ τρίχες τῆς κεφαλῆς ὑμῶν πᾶσαι ἠριθμημέναι εἰσίν» και «οὐχί δύο στρουθία ἀσσαρίου πωλεῖται; καί ἕνα ἐξ αὐτῶν οὐ πεσεῖται ἐπί τήν γῆν ἄνευ τοῦ πατρός ὑμῶν».
Και οι Πατέρες μας λέγουν, ότι είναι αδύνατο να συμβή πειρασμός πού να μην τον έχη προκαλέση ο ίδιος ο άνθρωπος. Στην διοίκηση των πάντων, η Πρόνοια τού Θεού είναι τόσο ακριβής, πού δεν επιτρέπει σε κανέναν να επέμβη. «Τήν δόξαν μου ἐτέρω οὐ δώσω,.οὐδέ τάς ἀρετᾶς μου τοῖς γλυπτοῖς», λέγει ο Προφήτης Ησαΐας. Η Πρόνοια τού Θεού είναι απολύτως ακριβής και πατρική.
Οι αιτίες των πειρασμών είναι δύο. Η μία είναι η απροσεξία, πού, αν δεν ληφθή υπ’ όψιν, θα επαναληφθή ο πειρασμός υπό σκληροτέραν μορφήν σύμφωνα με το γραφικό: «Ἐάν ἐγκαταλείπωσιν οἱ υἱοί αὐτοῦ τόν νόμον μου καί τοῖς κρίμασί μου μή πορευθῶσιν, ἐάν τά δικαιώματά μου βεβηλώσωσι καί τάς ἐντολᾶς μου μή φυλάξωσιν, ἐπισκέψομαι ἐν ράβδω τάς ἀνομίας αὐτῶν καί ἐν μάστιξι τάς ἀδικίας αὐτῶν τό δέ ἔλεός μου οὐ μή διασκεδάσω ἀπ’ αὐτῶν, οὐδ’ οὐ μή ἀδικήσω ἐν τή ἀληθεία μου, οὐδ’ οὐ μή βεβηλώσω τήν διαθήκην μου καί τά ἐκπορευόμενα διά τῶν χειλέων μου οὐ μή ἀθετήσω».
Όσες φορές πταίομεν, είτε αισθητά, είτε ανεπαίσθητα και δεν φροντίζομε περί της αναλόγου μετανοίας, παιδευόμαστε μέσω της Προνοίας τού Θεού και Πατρός, για να ανοίξωμε τα μάτια μας και να καταλάβωμε ότι βγήκαμε από την τροχιά και βαδίζαμε στην καταστροφή. Έτσι ορθοποδούμε και παίρνομε τον δρόμο πού οδηγεί σε αίσιο πέρας.
Η άλλη μορφή πειρασμών, είναι ,αυτή πού επιτρέπει η Πρόνοια τού Θεού για να μας αύξηση την πνευματική πείρα και να μάς δώση την δυνατότητα της πνευματικής προαγωγής.
Εάν ένας άνθρωπος τελείωση την μία τάξη, θα ανέβη στην άλλη, και εάν αποκτήση την μία γνώση, θα προχωρήση στην άλλη. Διαφορετικά δεν μπορεί να τελειοποιηθή η πνευματική μας κατάσταση, εάν η θεία Χάρις δεν διαθέση με τούς πειρασμούς ευκαιρίες «ἀναβάσεων ἐν τή καρδία ἠμῶν».
Δεν τρομάζομε όταν συναντούμε στην πνευματική μας ζωή αντιθέσεις και βρισκόμαστε στις επάλξεις του αοράτου πολέμου. Αυτή είναι εξάλλου η ιδιότης μας και γι’ αυτό ήλθαμεν εδώ. Μερικοί πιστεύουν ότι τούς πειρασμούς τούς δημιουργούν τα αίτια. Όσοι έχουν αυτή την γνώμη, μοιάζουν με το σκυλί πού το πετροβολούν και τρέχει να δαγκάση την πέτρα, γιατί νομίζει ότι η πέτρα πού το κτύπησε φταίει. Δεν μπορεί να καταλάβει ότι κάποιος άλλος την πέταξε.
Έτσι εξετάζομε κάθε τί πού μάς συμβαίνει, ποιός αρχικός παράγοντας το προκάλεσε• και εάν δεν μπορούμε μόνοι μας να το βρούμε, ρωτούμε τούς μεγαλύτερους μας.
Πάντως, κατά το πλείστον, οι πηγές των πειρασμών είναι η αμέλεια και η κενοδοξία. Δουλεύοντας ο άνθρωπος στα πάθη του και θέλοντας να εφαρμόση την ιδιοτέλεια, τον εγωισμό, ή την φιληδονία του και θέλοντας να κάνη κάτι πού του αρέσει και γενικά να υπηρετήση το πάθος του, εκουσίως γίνεται παραβάτης. Τότε θα αντιμετωπίση οπωσδήποτε έναν πειρασμό• και αυτό το επιτρέπει η θεία πρόνοια εξ αγάπης, για την διόρθωσή του. Αν δεν γίνη έτσι, ο άνθρωπος αυτός μοιάζει με κείνον πού έχει πληγή και, μετά την θεραπεία, ξύνει με τα χέρια του την πληγή, γιατί φοβάται μήπως επουλωθή και ιατρευθή, λες και θέλει να είναι πάντοτε πληγωμένος.
Συνανατήσαμε έναν πειρασμό είτε από τούς δαίμονες, είτε από τούς συνανθρώπους μας; Αμέσως τον αρπάζουμε και τον ρωτούμε: «Ἡμέτερος εἰ ἡ τῶν ὑπεναντίων». «Προέρχεσαι φυσιολογικά ὅπως σ’ ἐκείνους ποῦ ἀγωνίζονται μέσα στήν στενή καί τεθλιμμένην ὁδό, ποῦ συνεχῶς σκαρφαλώνουν ἕως ὅτου φθάσουν στήν πύλη τοῦ οὐρανοῦ, ἤ σέ προκάλεσε ἡ δική μας ἀπροσεξία;». Και τότε ανακαλύπτεται η φύση τού πειρασμού και γίνεται η ανάλογη διόρθωση. Αυτή είναι η πραγματική φιλοσοφία και κείνος πού το κατώρθωσε αυτό, άνοιξαν όντως τα μάτια του, άρχισαν να επουλώνονται οι πληγές του. Αυτό σημαίνει πνευματική προκοπή.
Εκείνος ο οποίος δεν έχει τέτοια προσοχή, μοιάζει με ένα ζώο πού τού δένουν τα μάτια και το βάζουν να γυρίζη τον μύλο και να περπατάη από το πρωί μέχρι το βράδυ νομίζοντας ότι διήνυσε ολόκληρα χιλιόμετρα, ενώ δεν έχει κουνηθή ούτε ένα μέτρο και βρίσκεται ακριβώς εκεί πού ξεκίνησε.
Να μην δυσανασχετείτε γιατί υπάρχουν πειρασμοί. Είναι η μεγαλύτερη αφροσύνη αυτό. «‘Ἐπαρον τούς πειρασμούς καί οὐδείς ὁ σωζόμενος». Ήδη από την κολυμβήθρα ορκιστήκαμε ότι υποτασόμαστε στο Χριστό και αρνούμαστε τον διάβολο. Ο Χριστός μας, μας είπε: «Ὑμεῖς ἐστε οἱ διαμεμενηκότες μετ’ ἐμοῦ ἐν τοῖς πειρασμοίς μου».
Αὐτῶ ἡ δόξα εἰς τούς αἰώνας. Ἀμήν.
(γ. Ιωσήφ)