Το μοναδικό μέσο που οδηγεί στην Σωτηρία μας είναι ο Χριστός.
Σωτηρία δεν σημαίνει τίποτε άλλο από την επανένωσή μας με το Θεό. Η ένωση αυτή χάθηκε για ολόκληρο το ανθρώπινο γένος με την πτώση των πρωτόπλαστων. Και χάθηκε για όλους τους ανθρώπους. Και για τους δίκαιους και για τους αμαρτωλούς. Όλοι ανεξαιρέτως κατέβαιναν στον Άδη. Όχι μόνο οι αμαρτωλοί. Καμία αρετή δεν ήταν ικανή να τους απαλλάξει. Τα καλά έργα των ανθρώπων ήτα ανίσχυρα για να τους σώσουν.
Για να γίνει λοιπόν η επανένωση του πεσμένου ανθρώπου με τον Θεό για να σωθεί ο άνθρωπος, ήταν απαραίτητη η λύτρωσή του. Και η λύτρωση αυτή δεν μπορούσε να κατορθωθεί από κανέναν παρά μόνον από τον ίδιο τον άπειρο Θεό. Και έτσι με την Σταυρική θυσία του μονογενούς υιού Του, ήρθε αυτή η λύτρωση, και όλα τα έργα αντικαταστάθηκαν από ένα παντοδύναμο καλό έργο : την πίστη στον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Έτσι όταν οι Ιουδαίοι ρώτησαν τον Κύριο: Τίνα κάνουμε για να εργαζόμαστε τα έργα του Θεού; Εκείνος τους απάντησε «Τούτο εστί το έργον του Θεού, ίνα πιστεύσητε εις ον απέστειλεν εκείνος (Ιω στ’ 28-29). Άρα η πίστη είναι έργο και αυτό το έργο μας χρειάζεται για να σωθούμε. Με την πίστη, μόνο με την πίστη, μπορούμε να ενωθούμε με τον Θεό, με τα μυστήρια που μας παρέδωσε Εκείνος. Αυτή ήταν πάντα η διδασκαλία της Εκκλησίας και περιέχεται τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη. Η Εκκλησία πιστεύει από την αρχή πως ένα είναι το μέσο για την Σωτηρία μας: ο Λυτρωτής. Αν λοιπόν εμείς λέμε ότι η Σωτηρία είναι δυνατή και χωρίς Αυτόν, για χάρη κάποιων καλών έργων, στην ουσία δεν Τον γνωρίζουμε. Τον απορρίπτουμε και χωρίς να το συνειδητοποιούμε πέφτουμε στο θανάσιμο αμάρτημα της βλασφημίας.
Θα πει κάποιος: πως γίνεται να μας λέει ο Απόστολος Παύλος στο γ’ κεφ. στην προς Ρωμαίους επιστολή ότι Πιστεύομεν λοιπὸν ὅτι ὁ ἄνθρωπος δικαιώνεται μὲ τὴν πίστιν χωρὶς τὰ ἔργα τοῦ νόμου και ότι Δὲν ὑπάρχει διάκρισις, διότι ὅλοι ἁμάρτησαν καὶ στεροῦνται τῆς θείας δόξης, καὶ παίρνουν τὴν δικαίωσιν δωρεὰν μὲ τὴν χάριν του διὰ τῆς λυτρώσεως, ποὺ ἔγινε διὰ τοῦ Χριστοῦ Ἰησοῦ και από την άλλη μεριά ο Απόστολος Ιάκωβος μας λέει πως τα καλά έργα είναι απαραίτητα και διδάσκει πως η πίστη είναι νεκρή χωρίς έργα; (κεφ β’ 17). Αν προσέξουμε περισσότερο σε όσα λέει ο Απόστολος Ιάκωβος, όπως λένε και όλοι οι θεοφώτιστοι πατέρες, απαιτούν τα έργα της πίστεως, όχι τα καλά έργα της πεσμένης μας φύσης που είναι αντίθετα ή και αδιάφορα στην πίστη. Εκείνο δηλαδή που όλοι οι πατέρες ζητάνε είναι η τήρηση των εντολών του Θεού. Έτσι διαπιστώνουμε πως η τήρηση των εντολών του Θεού ονομάζεται «καλό έργο» και με αυτήν την τήρηση των εντολών, ζωντανεύει η πίστη, ενεργοποιείται. Χωρίς την τήρηση των εντολών η πίστη είναι νεκρή, ανενέργητη. Αν το προχωρήσουμε και λίγο παρακάτω μελετώντας προσεκτικά τις Γραφές, θα διαπιστώσουμε πως τα καλά έργα που προέρχονται από την πεσμένη φύση μας ή από τα πάθη μας και από καρδιά που είναι εμπαθής και ταραγμένη, είναι έργα που δεν γίνονται αποδεκτά. (τέτοια είναι τα έργα των ειδωλολατρών, των μουσουλμάνων και γενικά όσων απορρίπτουν τον Χριστό). Το Ευαγγέλιο μας διδάσκει πως λόγω της πτώσεως του Αδάμ, η λογική μας αλλοιώθηκε, έγινε διεστραμμένη. Μόνο με την άδολη παράδοσή μας στην καθοδήγηση της πίστης καθώς και με συνεπή χριστιανικό αγώνα, σιγά-σιγά, ο Θεός θα χαρίσει στον πιστό δούλο Του, πραγματική, πνευματική λογική. Για αυτό και η λογική που προέρχεται από την πίστη είναι ανώτερη, όπως την περιγράφει ο Απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή του.
(επεξεργασία από τις Επιστολές του Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ)